Η κατάθλιψη, η σχιζοφρένεια και άλλες ψυχικές διαταραχές επηρεάζουν 1 στους 4 ανθρώπους κατά τη διάρκεια της ζωής τους, αλλά οι μηχανισμοί που βρίσκονται πίσω από αυτές τις διαταραχές δεν είναι καλά κατανοητοί.
Νέα έρευνα του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ συνέδεσε την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού με τη σχιζοφρένεια, τη νόσο του Αλτσχάιμερ, την κατάθλιψη και τη διπολική διαταραχή.
Η μελέτη καταδεικνύει ότι οι ψυχικές διαταραχές ενδέχεται να επηρεάζονται από ολόκληρο τον οργανισμό, καθώς και από αλλαγές στον εγκέφαλο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι με κατάθλιψη ή σχιζοφρένεια αντιμετωπίζονται με φάρμακα που δρουν στις χημικές ουσίες του εγκεφάλου, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη.
Ωστόσο, ένας στους τρεις ανθρώπους με αυτές τις διαταραχές δεν ανταποκρίνεται σε αυτές τις θεραπείες, γεγονός που υποδηλώνει ότι εμπλέκονται και άλλοι μηχανισμοί.
Η μελέτη, που διεξήχθη από την Δρa Christina Dardani και τον Καθηγητή Golam Khandaker της Μονάδας Επιδημιολογίας (IEU) του Μπρίστολ, χρησιμοποίησε τη μέθοδο της Μεντελιανής τυχαιοποίησης -μια υπολογιστική προσέγγιση που χρησιμοποιεί γενετικές πληροφορίες από μεγάλα σύνολα δεδομένων- για να εξετάσει εάν οι ανοσολογικές πρωτεΐνες ενδέχεται να εμπλέκονται σε επτά νευροψυχιατρικές διαταραχές.
Η ερευνητική ομάδα εξέτασε τη σχέση 735 πρωτεϊνών που σχετίζονται με την ανοσολογική απόκριση και είναι μετρήσιμες στο ανθρώπινο αίμα με την κατάθλιψη, το άγχος, τη σχιζοφρένεια, τη διπολική διαταραχή, τη νόσο του Αλτσχάιμερ, τον αυτισμό και την ADHD (Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας).
Οι ερευνητές ανακάλυψαν έναν πιθανό αιτιολογικό ρόλο 29 πρωτεϊνών που σχετίζονται με την ανοσολογική απόκριση σε αυτές τις επτά νευροψυχιατρικές παθήσεις. Από τους βιοδείκτες που εντοπίστηκαν, 20 έδειξαν δυναμικό ως στόχοι φαρμάκων που έχουν εγκριθεί για άλλες παθήσεις. Αυτοί οι βιοδείκτες θα μπορούσαν ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον για νέες θεραπείες στον τομέα των ψυχικών διαταραχών.
Μέχρι σήμερα, οι αιτιώδεις εξηγήσεις για την κατάθλιψη και τη σχιζοφρένεια προέρχονταν από μονοαμινικούς νευροδιαβιβαστές, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη, αλλά η μελέτη αυτή υποδηλώνει ότι η υπερδραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος θα μπορούσε επίσης να συμβάλλει στην πρόκληση ψυχικών διαταραχών.
Ο Golam Khandaker, καθηγητής Ψυχιατρικής και Ανοσολογίας και ερευνητής στη Σχολή Ιατρικής του Μπρίστολ, δήλωσε: «Η μελέτη μας αποδεικνύει ότι η φλεγμονή στον εγκέφαλο και στο σώμα μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο ψυχικών διαταραχών. Τα ευρήματα αμφισβητούν την καρτεσιανή διάκριση μεταξύ ψυχής και σώματος, ως αυτόνομων υποστάσεων, και υποδηλώνουν ότι πρέπει να θεωρούμε την κατάθλιψη και τη σχιζοφρένεια ως διαταραχές που επηρεάζουν ολόκληρο τον άνθρωπο».
Το επόμενο βήμα είναι να εξεταστούν οι βιοδείκτες που εντοπίστηκαν μέσω γενετικής ανάλυσης χρησιμοποιώντας άλλες μεθόδους.
Αυτό περιλαμβάνει έρευνα βασισμένη σε ιατρικά αρχεία, μελέτες σε ζώα και κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους για την περαιτέρω αξιολόγηση της αιτιότητας, την κατανόηση των ακριβών μηχανισμών από τη φλεγμονή έως τα συμπτώματα των ψυχικών διαταραχών και την απόκτηση περισσότερων γνώσεων σχετικά με το θεραπευτικό δυναμικό, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον η ρύθμιση των ανοσολογικών οδών βελτιώνει τα συμπτώματα αυτών των διαταραχών.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Molecular Psychiatry.
Πηγή