Ένα εγκεφαλικό επεισόδιο συμβαίνει όταν διακόπτεται η παροχή αίματος σε μέρος του εγκεφάλου, στερώντας οξυγόνο από τα εγκεφαλικά κύτταρα και οδηγώντας σε πιθανές γνωστικές και σωματικές αναπηρίες.
Η εγκυμοσύνη αποτελεί ένα τεστ αντοχής που μπορεί να αποκαλύψει υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων πολύ πριν αυτές εμφανιστούν.
Έως και το ένα τρίτο όλων των κυήσεων επηρεάζεται από κάποια επιπλοκή. Οι μακροπρόθεσμοι καρδιαγγειακοί κίνδυνοι γι’ αυτές τις γυναίκες παραμένουν ελάχιστα κατανοητοί και συχνά δεν λαμβάνονται υπόψη στην κλινική φροντίδα τους.
Νέα μελέτη διαπίστωσε ότι οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν επιπλοκές στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου στο μέλλον.
Η μελέτη περιελάμβανε δεδομένα για περισσότερες από δύο εκατομμύρια γυναίκες σε διάστημα άνω των 40 ετών και διαπίστωσε αυξημένο κίνδυνο για τις γυναίκες με διαβήτη ή υπέρταση κύησης, πρόωρο τοκετό ή μωρό με χαμηλό βάρος γέννησης.
Οι ερευνητές λένε ότι αυτές οι συχνές επιπλοκές της εγκυμοσύνης, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πρώιμο σημάδι για καρδιαγγειακά προβλήματα στο μέλλον, πράγμα που σημαίνει ότι οι γυναίκες θα μπορούσαν να λάβουν εγκαίρως θεραπεία για να μειώσουν τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
Οι ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Τέξας χρησιμοποίησαν δεδομένα από μια σουηδική μελέτη που περιελάμβανε τις 2.201.393 κυήσεις με ένα έμβρυο μεταξύ 1973 και 2015. Περίπου το 30% των γυναικών (667.774) παρουσίασαν τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες επιπλοκές: πρόωρο τοκετό (πριν από τις 37 εβδομάδες), μωρό που γεννήθηκε μικρό για την ηλικία κύησης, υπέρταση κύησης, συμπεριλαμβανομένης της προεκλαμψίας (επικίνδυνα υψηλή αρτηριακή πίεση) και διαβήτη κύησης (υψηλό σάκχαρο αίματος).
Συγκέντρωσαν επίσης δεδομένα σχετικά με τις γυναίκες που υπέστησαν εγκεφαλικό επεισόδιο έως το 2018 και συνέκριναν τα ποσοστά εγκεφαλικών επεισοδίων μεταξύ γυναικών που είχαν επιπλοκές κατά την εγκυμοσύνη και γυναικών που δεν είχαν.
Ο κίνδυνος εγκεφαλικού επεισοδίου ήταν σχεδόν διπλάσιος για τις γυναίκες που είχαν υψηλή αρτηριακή πίεση (όχι προεκλαμψία) ή υψηλό σάκχαρο αίματος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Για τις γυναίκες που γέννησαν πρόωρα, ο κίνδυνος εγκεφαλικού επεισοδίου ήταν περίπου 40% υψηλότερος. Για τις γυναίκες με προεκλαμψία, ο κίνδυνος ήταν περίπου 36% υψηλότερος, ενώ για τις γυναίκες των οποίων τα μωρά γεννήθηκαν μικρά για την ηλικία κύησης, ο κίνδυνος ήταν περίπου 26% υψηλότερος. Οι κίνδυνοι ήταν ακόμη μεγαλύτεροι στις γυναίκες που παρουσίασαν δύο ή περισσότερες από αυτές τις επιπλοκές.
Οι αυξημένοι κίνδυνοι ήταν γενικά υψηλότεροι τα πρώτα 10 χρόνια μετά τον τοκετό, αλλά συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής των γυναικών, ακόμη και 30 έως 46 χρόνια μετά την εγκυμοσύνη. Ωστόσο, για τις γυναίκες που είχαν διαβήτη κύησης, ο αυξημένος κίνδυνος έγινε ακόμη υψηλότερος με την πάροδο του χρόνου.
Αυτές οι επιπλοκές της εγκυμοσύνης έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά, όπως ανωμαλίες του πλακούντα και φλεγμονή που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δομή ή τη λειτουργία των μικρών αιμοφόρων αγγείων. Οι αλλαγές στα μικρά αιμοφόρα αγγεία μερικές φορές εξελίσσονται περαιτέρω μετά την εγκυμοσύνη, και αυτό θα μπορούσε να είναι ένας παράγοντας που αυξάνει τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου στις γυναίκες.
«Οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν αυτές τις επιπλοκές χρειάζονται υποστήριξη για να μειώσουν άλλους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου, όπως είναι η παχυσαρκία, η σωματική αδράνεια, η ανθυγιεινή διατροφή, το κάπνισμα, η υψηλή αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης και η υψηλή χοληστερόλη. Αυτές οι παρεμβάσεις πρέπει να εφαρμοστούν το συντομότερο δυνατόν, ακολουθούμενες από μακροχρόνια παρακολούθηση για τη μείωση του κινδύνου», κατέληξαν οι ερευνητές.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση European Heart Journal.
Πηγή