Πέμπτη , 25 Απρίλιος 2024
Η Γκαλ Γκαντότ θα υποδυθεί την Κλεοπάτρα κι έγινε χαμός στο Twitter επειδή δεν είναι μαύρη

Η Γκαλ Γκαντότ θα υποδυθεί την Κλεοπάτρα κι έγινε χαμός στο Twitter επειδή δεν είναι μαύρη

Η Γκαλ Γκαντότ αποκάλυψε ότι θα συνεργαστεί ξανά με τη σκηνοθέτιδα της ταινίας «Wonder Woman», Πάτι Τζένκινς, για ένα φιλμ με θέμα τη βασίλισσα των Πτολεμαίων στην αρχαία Αίγυπτο, Κλεοπάτρα.

«Μου αρέσει να ξεκινώ νέα ταξίδια» είπε η Γκαντότ. «Λατρεύω τον ενθουσιασμό των νέων πρότζεκτ, τη συγκίνηση του να ζωντανεύω νέες ιστορίες. Η Κλεοπάτρα είναι μια ιστορία που ήθελα να αφηγηθώ εδώ και πολύ καιρό. Δεν μπορώ να είμαι πιο ευγνώμων για αυτήν την ομάδα Α!!» τόνισε η Ισραηλινή ηθοποιός.

Η Λέτα Καλογρίδη, η οποία έχει γράψει το σενάριο των ταινιών «Αλέξανδρος», «Το Νησί των Καταραμένων» και «Αλίτα: Ο Άγγελος της Μάχης» θα είναι σεναριογράφος και εκτελεστική παραγωγός της κινηματογραφικής μεταφοράς της επικής ιστορίας για την Paramount Pictures, αναφέρει το ΑΠΕ.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

As you might have heard I teamed up with Patty jenkins and Leata Kalogridis to bring the story of Cleopatra, Queen of Egypt, to the big screen in a way she’s never been seen before. To tell her story for the first time through women’s eyes, both behind and in front of the camera. And we are especially thrilled to be announcing this on International Day of the Girl! We hope women and girls all around the world, who aspire to tell stories will never give up on their dreams and will make their voices heard, by and for other women. #cleopatra #internationaldayofthegirl

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Gal Gadot (@gal_gadot) στις

Η τελευταία φορά που η ιστορία της Κλεοπάτρας έγινε ταινία, ήταν στο κλασικό φιλμ του 1963 με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ στον ρόλο της θρυλικής βασίλισσας.

Όλα μέχρι εδώ καλά. Ωστόσο, με το που έγινε γνωστή η ανακοίνωση, σχεδόν αμέσως υπήρξαν αντιδράσεις από χρήστες στο Twitter, οι οποίοι ήταν σχεδόν οργισμένοι επειδή για το ρόλο επιλέχθηκε η Γκαλ Γκαντότ, μια «λευκή ηθοποιός». Κι αυτό, διότι όσοι έσπευσαν να κατακεραυνώσουν την επιλογή της Ισραηλινής ηθοποιού, είχαν στο μυαλό τους πως η Κλεοπάτρα ήταν μαύρη – βασίλισσα της Αιγύπτου γαρ – και για το λόγο αυτό θα έπρεπε να την ενσαρκώσει μαύρη ηθοποιός.

Τα Tweets της οργής ήταν πολλά. Υπήρχαν, όμως και πολλά που εξηγούσαν πως η Κλεοπάτρα ήταν ελληνικής καταγωγής, μιας και ανήκε στη δυναστεία των μακεδονικής καταγωγής Πτολεμαίων, που κυβέρνησε την Αίγυπτο μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά την Ελληνιστική περίοδο. Οπότε, όπως εξηγούσαν η Κλεοπάτρα ήταν λευκή, άρα η επιλογή της Γκαντότ είναι σωστή.

Στο μικροσκόπιο του Newsweek η καταγωγή της Κλεοπάτρας

Ο «πόλεμος» στο Twitter για την καταγωγή και το χρώμα της βασίλισσας της Αιγύπτου, τράβηξε το ενδιαφέρον του Newsweek που ζήτησε τη γνώμη ειδικών ώστε να λύσει το μυστήριο αν η Κλεοπάτρα ήταν λευκή ή όχι.

Σύμφωνα με το Newsweek, για το συγκεκριμένο ζήτημα μέσα στα χρόνια έχουν εκφραστεί πολλές, συχνά αντικρουόμενες απόψεις από μελετητές. Ωστόσο, η αντίληψη που επικρατεί και η πιο αποδεκτή, είναι αυτή που εκφράζει στο περιοδικό η Κάθριν Μπραντ, καθηγήτρια Αρχαιολογίας και Κλασσικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης: «Η Κλεοπάτρα Ζ’ ήταν λευκή, μακεδονικής καταγωγής, όπως ήταν όλοι οι Πτολεμαίοι κυβερνήτες της Αιγύπτου».

Για τον Γκέραλντ Κάντις, διακεκριμένο καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Μπινγκχάμπτον, δεν υπάρχει ομοφωνία στην επιστημονική κοινότητα για το συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά ένα αναπάντητο ερώτημα: Ποια ήταν η καταγωγή της μητέρα της.

«Ξέρουμε ποιος ήταν ο πατέρας της. Σίγουρα δεν ήταν μαύρος. Όλα τα αδέρφια της είχαν ελληνική-μακεδονική καταγωγή, απ’ όσο γνωρίζω. Η σχέση της Κλεοπάτρας με τα αδέρφια της έχει όμως περισσότερο να κάνει με την εξουσία παρά με την εθνικότητα», εξηγεί ο καθηγητής.

«Υπήρξαν κάποιοι που υποστήριξαν ότι η μητέρα της Κλεοπάτρας καταγόταν από οικογένεια ιερέων της Μέμφιδας. Σε αυτήν την περίπτωση, η Κλεοπάτρα θα ήταν τουλάχιστον κατά 50% Αιγύπτια στην καταγωγή», σημειώνει η Μπέτσι Μπράιαν, καθηγήτρια Αιγυπτιακής Τέχνης και Αρχαιολογίας στο John Hopkins University.




Πηγή