Παρασκευή , 19 Απρίλιος 2024

Δολοφονήθηκαν γιατί διατηρούσαν ερωτικές σχέσεις

Ανήμερα της Πρωτομαγιάς του 1960 οι ένοικοι πολυκατοικίας στο κέντρο της Αθήνας βγήκαν έντρομοι από τα διαμερίσματά τους. Από τον 3ο όροφο ακούστηκαν φωνές και αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί. Αμέσως μετά επικράτησε απόλυτη σιωπή.

Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου

Το τζάμι από τη μισάνοιχτη πόρτα του διαμερίσματος αλλά και ένα διπλανό παράθυρο ήταν σπασμένα και το άνοιγμά τους αποκάλυψε ένα μακελειό. Η 50χρονη ιδιοκτήτρια του σπιτιού, ο γιος της και μια νεαρή κοπέλα κείτονταν νεκροί, μέσα στα αίματα.

Το κορίτσι ήταν πεσμένο πίσω από την πόρτα, ενώ η γυναίκα και ο γιος της βρέθηκαν σε διαφορετικά δωμάτια του σπιτιού. Ήταν ξεκάθαρο πως ο δράστης είχε καταδιώξει τα θύματά του τα οποία προσπάθησαν να κρυφτούν πίσω από τις κλειδωμένες πόρτες των δωματίων τους.

Ο δράστης είχε σπάσει τις εσωτερικές πόρτες του σπιτιού και τα θύματα είχαν δεχθεί πολλούς πυροβολισμούς από κοντινή απόσταση. Ο νεαρός, μάλιστα, είχε χτυπηθεί με πέντε σφαίρες εξ επαφής.

Η αστυνομία δεν άργησε να φτάσει στον τόπο του εγκλήματος και πολύ γρήγορα έβαλε πρώτα στη λίστα των υπόπτων τα ονόματα των μελών της οικογένειας της 20χρονης Ε.Κ., η οποία βρέθηκε δολοφονημένη στο διαμέρισμα. Μάρτυρες είπαν πως το κορίτσι διατηρούσε ερωτική σχέση με το νεαρό συμφοιτητή της τον οποίο επισκεπτόταν στο σπίτι, όπου έμελλε να γραφτεί το μοιραίο τέλος της σχέσης τους. Όπως έλεγαν οι κακές γλώσσες, η μητέρα του νεαρού δεν ενέκρινε τη σχέση δημιουργώντας προβλήματα στο ζευγάρι.

Το ίδιο βράδυ η αστυνομία συνέλαβε τον αδελφό της 20χρονης Ν. Κ. ως δράστη του τριπλού φονικού.

Τον Ιούλιο του ίδιου έτους ο 29χρονος Ν.Κ. κάθισε στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου της Αθήνας κατηγορούμενος για τις τρεις δολοφονίες. Δίπλα του, ο πατέρας του ο οποίος, σύμφωνα με τις αρχές, είχε το ρόλο του ηθικού αυτουργού σ’ ένα έγκλημα το οποίο συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, καθώς χαρακτηρίστηκε «έγκλημα τιμής». Ανάμεσα στον κόσμο που έσπευσε να παρακολουθήσει τη δίκη ήταν και η Τζένη Καρέζη.

Το ζευγάρι γνωρίστηκε το 1958. Φοιτητές και οι δυο έκαναν παράλληλα μαθήματα Αγγλικών σε φροντιστήριο στην πλατεία Κάνιγγος. Η σχέση τους αν και θυελλώδης, καθώς πολλές φορές χώρισαν και επανασυνδέθηκαν, παρέμενε μυστική αφού δεν ήταν ανεκτή από την συντηρητική κοινωνία της εποχής.

Το μυστικό, όμως, αποκαλύφθηκε όταν ο θείος της 20χρονης την είδε τυχαία με το νεαρό φίλο της σε μια βόλτα τους στην Ακρόπολη. Ο άνδρας ενημέρωσε την οικογένεια της νεαρής κοπέλας. «Τράβα να την πάρεις από την Ακρόπολη, όπου είναι με τον αγαπητικό της. Ρεζιλεύτηκε η οικογένειά μας» είπε στον αδελφό της.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΠΕΡΙΠΟΛΙΚΟ

Αν και η κοπέλα είπε στην οικογένειά της πως ο αγαπημένος της είχε καλό σκοπό και επρόκειτο να τη ζητήσει σε γάμο η συμπεριφορά της δεν ταυτιζόταν με αυτή μιας νύφης.

Λίγο καιρό νωρίτερα, μάλιστα, η 22χρονη είχε επιχειρήσει να βάλει τέλος στη ζωή της ισχυριζόμενη, τότε, πως η αποτυχία της σε κάποια μαθήματα την οδήγησαν σε αυτή την ενέργεια.

Μία μέρα πριν το στυγερό έγκλημα οι δυο πατεράδες συναντήθηκαν για να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Σε αυτή τη συνάντηση ο πατέρας του νεαρού επέμεινε πως τα παιδιά είναι ακόμη μικρά και πρέπει να επικεντρωθούν στις σπουδές τους. Αλλά, όταν ο πατέρας της 20χρονης ζήτησε την επισημοποίηση της σχέσης, του παρέδωσε μία επιστολή στην οποία η κόρη του εμφανιζόταν να εξομολογείται πως όταν είχε χωρίσει με τον αγαπημένο της συνευρέθηκε ερωτικά μ’ ένα φίλο του. Αυτήν την επιστολή βρήκε στο σακάκι του πατέρα του ο αδελφός της κοπέλας και την έπεισε να επισκεφθούν το διαμέρισμα της οικογένειας του νεαρού άνδρα για να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση.

Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. Η Ε.Κ. με τον αδελφό της έφτασαν στο διαμέρισμα στις 11.30 το πρωί και λίγα λεπτά αργότερα ακούστηκαν οι μοιραίοι πυροβολισμοί… Λίγες ώρες νωρίτερα, ο 29χρονος είχε φροντίσει να προμηθευτεί το περίστροφο.

Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο πατέρας του νεαρού θύματος, ο οποίος μέσα σε λίγα λεπτά έχασε το γιο άλλα και τη σύζυγό του, ισχυρίστηκε πως η 20χρονη παρέσυρε το γιο του. Αγαπήθηκαν, είπε, αλλά η σχέση τους τελείωσε καθώς η κοπέλα δεν είχε καλή διαγωγή. Ο μάρτυρας επέμεινε πως το έγκλημα ήταν προσχεδιασμένο και ότι σε αυτό είχε κομβικό ρόλο ο κατηγορούμενος πατέρας καθώς, όπως ισχυρίστηκε, στη συνάντησή τους τον είχε απειλήσει λέγοντας του: «Δεν τον αγαπάς το γιο σου…».

Συγγενείς και φίλοι των κατηγορουμένων, καταθέτοντας στο δικαστήριο, έκαναν λόγο για μια ήσυχη και αγαπημένη οικογένεια η οποία δεν είχε δώσει ποτέ στο παρελθόν δικαιώματα. Μάλιστα, αρκετοί ήταν εκείνοι που άφησαν υπόνοιες πως πίσω από τη μοιραία επιστολή κρυβόταν η 50χρονη μητέρα του νεαρού, που δολοφονήθηκε άγρια, η οποία φερόταν να μην επιθυμεί να συνεχίσει τη σχέση του το ζευγάρι.

Αίσθηση δε  προκάλεσε η κατάθεση του δικηγόρου και δήμαρχου σε νησί του Ιονίου, τόπου καταγωγής των κατηγορουμένων, ο οποίος όταν ρωτήθηκε ποια θα ήταν η υποδοχή των κατηγορουμένων από τους συγχωριανούς τους μετά το τριπλό φονικό, εκείνος απάντησε πως στο νησί η κοινή γνώμη ηθικά δικαιολογεί το έγκλημα. «Αν απαλλαγεί, θα γίνει δεκτός τιμητικώς», είπε ο μάρτυρας.

«Της είχα απόλυτη εμπιστοσύνη»

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΚΗ

Κλαίγοντας ο 29χρονος, κατά τη διάρκεια της απολογίας του, επιχείρησε να πείσει τους ενόρκους ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει. Μίλησε για την μεγάλη αδυναμία που είχε στην αδελφή του την οποία, όπως είπε, φρόντιζε από μωρό καθώς, λόγω του πολέμου, είχε αναλάβει το ρόλο του προστάτη της οικογένειας.

«Της είχα απόλυτη εμπιστοσύνη» υποστήριξε και αναφέρθηκε, με υπερηφάνεια, στις επιτυχίες της στο σχολείο αλλά και στο γεγονός ότι κατάφερε να γίνει δεκτή στο πανεπιστήμιο. Όπως είπε, η αδελφή του ήταν αγνή και έπεσε θύμα του έρωτά της για τον συμφοιτητή της. Μάλιστα, επέρριψε ευθύνες για την τραγική εξέλιξη στον θείο του, ο οποίος του αποκάλυψε τη σχέση της αδελφής του και του έκανε υποδείξεις για την υπόληψη της οικογένειας, αλλά και στον άνδρα που ισχυρίστηκε πως είχε ερωτικές σχέσεις μαζί της: «Ήταν αγνή και θα προτιμούσε να τινάξει τα μυαλά της στον αέρα από το να πάει με αυτό το σκουλήκι. Ένα σκουλήκι που αν θα ζήσει… όσο θα ζήσει… θα ζήσει μέσα στο ψέμα».

Πρόεδρος: Αυτό, όπως το λες, μοιάζει με απειλή.

Κατηγορούμενος: Δεν απειλώ, δεν αξίζει να τον απειλήσω αυτόν τον άνθρωπο.

Μιλώντας για τη μοιραία ώρα που σήκωσε το όπλο του και πυροβόλησε ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως όταν χτύπησε την πόρτα του διαμερίσματος, στο οποίο βρισκόταν ήδη εκεί η αδελφή του, η μητέρα του φίλου της άνοιξε το παραθυράκι και της ζήτησε να μιλήσουν. Εκείνη, όμως, έκλεισε αμέσως το παραθυράκι και τότε άκουσε ψιθύρους. Όπως είπε, είδε μια σκιά να τρέχει προς τα δεξιά. «Άνοιξαν ξανά το παραθυράκι, το έκλεισαν και έβαλαν τις φωνές. Έσπασα το κρύσταλλο με την κάνη του όπλου. Ίσως έριξα και πυροβολισμούς στην κλειδαριά. Άνοιξε ένα παράθυρο στο βάθος και κάποιος φώναξε βοήθεια. Έστρεψα δεξιά είδα ανοιχτή μια μικρή πόρτα που οδηγούσε σ’ ένα παράθυρο. Έσπασα τα τζάμια με τα χέρια μου. Τι έγινε μετά δεν θυμάμαι» είπε.

Συνεχίζοντας την απολογία του, ο 29χρονος και περιέγραψε τις στιγμές που ακολούθησαν του τριπλού φονικού: «Είδα την αδελφή μου ξάπλα με σταγόνες αίμα στο πρόσωπο και μ’ ένα χαμόγελο. Ένα χαμόγελο που θα με ακολουθεί πάντα. Ήθελα να φύγω και να γλυτώσω… Αλλά, τι να γλυτώσω, αφού ήμουν ήδη νεκρός. Όταν με χτύπησε ο αέρας ανακάλυψα ότι δεν έμεινε μια σφαίρα και για εμένα. Ελπίζω ότι στην κακοτυχία που είχα εγώ θα με βοηθήσετε εσείς για να πάω να βρω συντομότερα αυτόν τον άνθρωπο (σ.σ. την αδελφή του)».

Ο 29χρονος ισχυρίστηκε πως ο πατέρας του δεν είχε καμία εμπλοκή στο έγκλημα. Κάτι που υποστήριξε στην απολογία του κλαίγοντας και ο ηλικιωμένος άνδρας.

«Δεν υπάρχει δικαιολογία για το έγκλημα»

Ο εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευση του ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι χωρίς κανένα ελαφρυντικό κάνοντας λόγο για ένα προμελετημένο έγκλημα. Ο εισαγγελικός λειτουργός σε μια αγόρευση καταπέλτη απέρριψε κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς περί εγκλήματος τιμής, τονίζοντας: «δεν υπάρχει δικαιολογία για το έγκλημα». Ο εισαγγελέας χαρακτήρισε «ανάλγητο αδελφό» και «στυγνό δολοφόνο» το βασικό πρωταγωνιστή της υπόθεσης, λέγοντας πως σκότωσε γιατί η αδελφή του ερωτεύτηκε.

«Ο άνθρωπος αυτός κατέχεται από ηθική αναλγησία. Δεν μπορεί, λοιπόν, να επικαλείται ηθική ευαισθησία. Προσποιείται και προσπαθεί να σας συγκινήσει με τον ποταμό των δακρύων του» υπογράμμισε απευθυνόμενος στους ενόρκους και συμπλήρωσε: «τα εγκλήματα τιμής αποτελούν στίγμα για τον πολιτισμό μας  πρέπει να εκλείψουν και θα εκλείψουν όταν εσείς δώσετε την πρέπουσα απάντηση με την ετυμηγορία σας. Έχουμε κύριοι πεπλανημένη αντίληψη περί τιμής. Μια γυναίκα δεν παύει να είναι ηθική όταν παραδοθεί στον αγαπημένο της…».

Η απόφαση

Μετά από ακροαματική διαδικασία η οποία διήρκησε δώδεκα ημέρες και διάσκεψη πέντε ωρών οι ένορκοι έκριναν ένοχο τον Ν.Κ. για το τριπλό φονικό αναγνωρίζοντας του, όμως, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου αλλά και το γεγονός ότι δεν ωθήθηκε στην πράξη του από μη ταπεινά ελατήρια. Στον 29χρονο επιβλήθηκε κάθειρξη 25 ετών, κατά συγχώνευση. Την ίδια ώρα,  το δικαστήριο αθώωσε τον πατέρα του δεχόμενο ότι δεν είχε το ρόλο του ηθικού αυτουργού στο τριπλό έγκλημα. Οι δυο κατηγορούμενοι άκουσαν την ετυμηγορία του δικαστηρίου με δάκρυα στα μάτια και λίγα λεπτά αργότερα ο 29χρονος απευθυνόμενος στη μητέρα του της είπε: «Άφησε τώρα τα κλάματα και κοίταξε τ’ άλλα παιδιά και τον πατέρα. Εγώ δίκαια τιμωρήθηκα και πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι γιατί τα πράγματα πήγαν πολύ καλά. Φοβόμουν για τον πατέρα που θα πήγαινε άδικα στη φυλακή και θα χανόσασταν κι εσείς… Δεν θέλω να κλαίτε για μένα αλλά για εκείνη που πήγε άδικα. Εγώ δεν αξίζω τη συμπόνιά σας αφού σήκωσα το χέρι μου και της αφαίρεσα τη ζωή.»

Κατά την έξοδο του Ν.Κ. από το Δικαστικό Μέγαρο ο δρόμος ήταν κλειστός από πλήθος κόσμου ο οποίος τον υποδέχτηκε με χειροκροτήματα και λόγια συμπάθειας.

localStorage.clear();


Πηγή