Πέμπτη , 25 Απρίλιος 2024

Τι εξομολογήθηκαν τρεις αφρο-αμερικανοί σκλάβοι στα λευκά πρώην αφεντικά τους

Μετά την απόδραση ή την επίσημη απελευθέρωσή τους, οι περισσότεροι μαύροι δούλοι ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο πως δεν ήθελαν να αντικρίσουν ποτέ ξανά τους λευκούς δυνάστες και τους βασανιστές τους.

Τι θα μπορούσαν εξάλλου να τους πουν; Αλλά και να το ήθελαν ακόμα, πώς θα μπορούσαν να τους γράψουν χωρίς να ξέρουν γρι γράμματα, μιας και οι κύρηδές τους φρόντιζαν να τους κρατούν αναλφάβητους;

Κι έτσι ελάχιστα δείγματα μιας τέτοιας επικοινωνίας υπάρχουν σήμερα, γεγονός βολικό φυσικά για τον λευκό που δεν πλήρωσε ποτέ για τα αιμοσταγή του εγκλήματα απέναντι σε έναν ολόκληρο πληθυσμό.

Σε πείσμα όμως μιας εποχής, σώζονται κάποια ελάχιστα δείγματα σκλάβων που επιδίωξαν να συνομιλήσουν γραπτά με τα πρώην αφεντικά τους, ανθρώπους που τους είχαν αγοράσει δηλαδή ως εμπόρευμα και τους συμπεριφέρονταν με αντίστοιχους ιδιοκτησιακούς όρους.

Εδώ θα δούμε τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα που αποκαλύπτουν το πολύπλοκο πλέγμα των διαπροσωπικών σχέσεων που αναπτύσσονται ακόμα και μέσα σε συνθήκες κόλασης…

Ο απελευθερωμένος Jourdon Anderson και η βιτριολική ειρωνεία

ssallevverryyhdusa1

Ο Jourdon (ή Jordan) Anderson γεννήθηκε, όπως μας λένε τα διαθέσιμα μητρώα, κάπου στο Τενεσί περί το 1825 και πουλήθηκε σε ηλικία 7-8 ετών στον ιδιοκτήτη μιας φυτείας, κάποιον στρατηγό Paulding Anderson, ο οποίος αγόρασε το μαύρο αγόρι ως προσωπικό δούλο του δικού του γιου, Patrick Henry Anderson.

Εκεί μεγάλωσε και ανδρώθηκε ο Jourdon, εκεί παντρεύτηκε το 1848 μια επίσης σκλάβα και εκεί απέκτησαν 11 σκλαβάκια. Εκεί θα τον έβρισκε επίσης ο στρατός της Ένωσης το 1864 και θα του χάριζε την πολυπόθητη ελευθερία του, σπάζοντας τα δεσμά του.

Πριν αναπνεύσει όμως γερά τις πρώτες ανάσες της ελευθερίας, τον Αύγουστο του 1865 ο πρώην αφέντης του τον αναζήτησε, μιας και ήταν ο καλύτερός του επιστάτης και πόνεσε όσο να πεις που τον έχασε. Έλαβε έτσι μια επιστολή από τον παλιό του κύρη, συνταγματάρχη Patrick Henry Anderson, που τον ρωτούσε αν θα είχε πρόβλημα να ξαναγυρίσει στην ίδια φάρμα απ’ όπου είχε απελευθερωθεί μόλις την προηγούμενη χρονιά!

Όπως φάνηκε, ήταν δύσκολο στους αριστοκράτες να διατηρούν επιχειρήσεις όταν έπρεπε να πληρώνουν την εργασία των υπαλλήλων τους. Χωρίς να προκαλεί καμία έκπληξη, ο πρώην δούλος, που ήταν πια ελεύθερος άνθρωπος στο Οχάιο, αρνήθηκε να επιστρέψει και εξήγησε στον πρώην δυνάστη του το γιατί.

Στα «ψιλά» της ιστορίας μας, έχει παρόλα αυτά τη σημασία του, τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς ο συνταγματάρχης αναγκάστηκε να πουλήσει για ένα κομμάτι ψωμί τη 1.000 στρεμμάτων φυτεία του, βουτηγμένος στα χρέη καθώς ήταν. Μόλις δύο χρόνια αργότερα, θα έφευγε από τη ζωή σε ηλικία 44 ετών. Όσο για τον απελεύθερο σκλάβο του, απόλαυσε τη ζωή ως τα βαθιά του γεράματα, πλαισιωμένος από την πολυμελή του φαμίλια, και έφυγε από τον κόσμο το 1907, σε ηλικία 88 ετών, ως ελεύθερος άνθρωπος.

Στην επιστολή του, ο πρώην σκλάβος δράττεται της ευκαιρίας να ζητήσει πίσω τα δεδουλευμένα αυτού και της οικογένειάς του για τα 32 χρόνια που τον είχε απλήρωτο ο αφέντης. Το συνολικό ποσό, λογάριασε, ανερχόταν σε 11.680 δολάρια, συν τους νόμιμους τόκους.

ssallevverryyhdusa2

Και βέβαια κλείνει την επιστολή του με ένα μήνυμα σε έναν παλιό φίλο: «πείτε γεια στον George Carter», του λέει, «και ευχαριστήστε τον εκ μέρους μου που σας έπαιρνε το πιστόλι όταν με πυροβολούσατε»! Η επιστολή δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα του Σινσινάτι αμέσως μετά το πέρας του Εμφυλίου Πολέμου και χαρακτηρίστηκε ως ένα έξοχο δείγμα ειρωνείας και σάτιρας.

Ιστορικοί το δίδασκαν στις τάξεις, πρόεδροι το επαινούσαν και κάποιος το χαρακτήρισε «κάτι που ο Τουέιν θα ήταν περήφανος να είχε γράψει». Ο Anderson ανοίγει τυπικά την επιστολή του εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του που «δεν έχετε ξεχάσει τον Jourdon» και «μου υποσχόσασταν πως θα κάνατε το καλύτερο για μένα από κάθε άλλον». Παρατηρεί πάντως πως «συχνά ένιωθα άβολα μαζί σας». Και «παρά το γεγονός πως με πυροβολήσατε δύο φορές πριν σας εγκαταλείψω, δεν ήθελα να ακούσω πως πάθατε κάτι κακό».

Κατόπιν ενημερώνει τον συνταγματάρχη πως παίρνει έναν ικανοποιητικό μισθό στο Ντέιτον του Οχάιο και πως τα παιδιά του πηγαίνουν επιτέλους σχολείο. Και αφού έκατσε και υπολόγισε το συνολικό ποσό που του χρωστούσε ο δυνάστης, προσθέτει: «καταλήξαμε να ελέγξουμε την ειλικρίνειά σας ζητώντας σας να μας στείλετε τους μισθούς για τον καιρό που σας υπηρετούσαμε».

Κάποια στιγμή άφησε ωστόσο την ειρωνεία κατά μέρος και έγινε σοβαρός, καταφερόμενος κατά της βίας ενάντια στις μαύρες γυναίκες που λάμβανε χώρα στην περίοδο της δουλείας. Αναρωτιέται μάλιστα τι θα συνέβαινε στη δική του οικογένεια αν δεν έσπαγαν οι αλυσίδες: «Προτιμώ να μείνω εδώ και να πεινάσω, και να πεθάνω αν είναι, παρά να ντροπιάσω τα κορίτσια μου φέρνοντάς τα σε επαφή με τη βία και τη φαυλότητα των νεαρών αφεντικών».

«Όσο για την ελευθερία μου», συνεχίζει, «που λέτε πως μπορώ να έχω, δεν είναι κάτι που μπορεί να διαπραγματευτεί, καθώς πήρα τα χαρτιά της ελευθερίας μου το 1864 από τον προϊστάμενο του Τμήματος του Νάσβιλ [εννοεί τον στρατό των Βορείων]».

«Εδώ», συνεχίζει, «πληρώνομαι κάθε Σάββατο βράδυ, αλλά στο Τενεσί δεν υπήρχε ποτέ μέρα πληρωμής για τους νέγρους, όπως δεν υπήρχε για τα άλογα και τις αγελάδες». Αυτό το πολύτιμο μάθημα ελευθερίας τέθηκε ωστόσο σύντομα στο στόχαστρο. Πώς θα μπορούσε ένας αγράμματος μαύρος που μόλις είχε γλιτώσει από τα δεσμά να γράψει ένα τέτοιο έξοχο δείγμα σοφιστικέ σάτιρας;

Αμέσως είπαν πως κάποιος άλλος ήταν ο συντάκτης, αν και όπως αποδείχθηκε από ενδελεχή έρευνα και τότε και πρόσφατα, ο συντάκτης του ήταν ο απελεύθερος σκλάβος. Όπως είπαν, ήταν απόδειξη της ικανότητας κάποιων ανθρώπων να μετατρέπουν τη φρίκη σε βιτριολικό χιούμορ…

Το πλήρες γράμμα:

ssallevverryyhdusa7

Ο φυγάς Frederick Douglass που δεν ξέχασε ποτέ

ssallevverryyhdusa3

O Frederick Douglass, τον οποίο εγκωμίασε πολύ πρόσφατα ο Ντόναλντ Τραμπ σε ένα πρόγευμα με αφρο-αμερικανούς υποστηρικτές του ως «ένα παράδειγμα κάποιου που έχει κάνει μια σπουδαία δουλειά και αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο», έφυγε από τη ζωή το 1895. Πριν συμβεί βέβαια αυτό, χρησιμοποίησε τις ικανότητές του στον λόγο και την πολιτική για να κηρύξει την κατάργηση της δουλείας.

Θρύλος στην αφρο-αμερικανική κοινότητα για την ακούραστη δράση του, ένας Μάρτιν Λούθερ Κινγκ πριν την ώρα του, ο Frederick Douglass γεννήθηκε σκλάβος το 1818. Το έσκασε ωστόσο στα 20 του και κατάφερε να γίνει ο Νο 1 ακτιβιστής κατά της δουλείας. Πέρα από τα πύρινα κατηγορώ του και τα τρία αυτοβιογραφικά του πονήματα, ο πρώην σκλάβος λειτουργούσε μια σημαντική μαύρη εφημερίδα για 16 χρόνια και όργωσε τις ΗΠΑ δίνοντας διαλέξεις και γράφοντας συνεχώς.

Η φωνή των μαύρων της Αμερικής και η οικουμενική ελπίδα για αλλαγή της κατάστασης έγραψε πολύ, μίλησε πολύ και έπεισε πολλούς, αν και για κάποιους το χαρακτηριστικότερο που έκανε ποτέ ήταν το γράμμα που έστειλε στο πρώην αφεντικό του. Όταν το έσκασε από τις αλυσίδες του Μέριλαντ και κατέφτασε ελεύθερος στη Νέα Υόρκη το 1838, ο Frederick Douglass έγινε αμέσως ο φυσικός ηγέτης του μαύρου κινήματος για την κατάργηση της δουλείας, καθώς το βιβλίο του «Αυτοβιογραφία ενός Αμερικανού Σκλάβου» έγινε αμέσως μπεστ σέλερ αποκαλύπτοντας τις φρικαλεότητες που λάμβαναν χώρα στις φυτείες της κόλασης.

Πριν γίνουν βέβαια όλα αυτά, ο Douglass ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να γράψει στον πρώην αφέντη του Thomas Auld το 1847, στην επέτειο των δέκα χρόνων από την απόδρασή του. Στην επιστολή, που δημοσιεύτηκε κατόπιν στην εφημερίδα που λειτουργούσε ο πρώην δούλος, ο Douglass θυμάται την επιθυμία του να το σκάσει ήδη από τα έξι του. Θυμάται επίσης την πρώτη φορά που είδε μια σκλάβα να ματώνει έπειτα από το βάρβαρο μαστίγωμά της.

Αναφέρει πως ήταν ο θείος και η θεία του αυτοί που το έσκασαν πρώτοι και από τον σάλο που προέκυψε έμαθε ο πιτσιρίκος για πολιτείες των ΗΠΑ όπου η δουλεία ήταν παράνομη. Ρωτώντας, πληροφορήθηκε πως η καταγωγή του ήταν από την Αφρική και πως ήταν και πάλι ο λευκός δυνάστης αυτός που έσυρε καραβιές σιδηροδέσμιων Αφρικανών στον Νέο Κόσμο.

ssallevverryyhdusa4

Όσο για την ηθικότητα της πράξης του να διαφύγει τη σκλαβιά και να ζημιώσει τον κύρη του από τα λεφτά που είχε πληρώσει για να τον αποκτήσει, αναφέρει: «Εγώ είμαι εγώ. Εσείς είστε εσείς. Είμαστε δύο διαφορετικοί άνθρωποι, ίσοι άνθρωποι. Ό,τι είστε εσείς, είμαι κι εγώ. Εσείς είστε άνθρωπος, αυτό είμαι κι εγώ. Ο Θεός έφτιαξε και τους δυο μας και μας έκανε διαφορετικές οντότητες. Δεν είμαι δεμένος από τη φύση μου μαζί σας ούτε εσείς με μένα … Αφήνοντάς σας, δεν πήρα τίποτα παρά όσα ανήκαν σε μένα … Γι’ αυτό και δεν βλέπω κανένα λάθος σε όλη τη συναλλαγή μας».

Κατόπιν δηλώνει πως δεν μισεί τον τόπο που γεννήθηκε ή τον Νότο γενικότερα: «Δεν είναι ότι αγαπώ το Μέριλαντ λιγότερο, αλλά την ελευθερία περισσότερο». Και περιγράφει φυσικά αναλυτικά το πρώτο δολάριο που έβγαλε ως ελεύθερος άνθρωπος, μια σημαντικότατη στιγμή στη ζωή του! Τα πράγματα κύλησαν κατόπιν για τον φυγά σκλάβο με μια σχετική κανονικότητα: παντρεύτηκε, δούλεψε και πάλεψε με τις συνήθεις δυσκολίες της ζωής.

Μίσος δεν έχει, δεν μπορεί να ξεχάσει ωστόσο τις φρικαλεότητες που υπέστη: «Ξέρετε καλά ότι έχω ουλές στην πλάτη μου που προκλήθηκαν κάτω από τις δικές σας οδηγίες. Και πως εσείς, ενώ είμασταν αδέρφια στην ίδια εκκλησία, κάνατε αυτό το δεξί χέρι, με το οποίο γράφω αυτό το γράμμα, να δεθεί σφιχτά με το αριστερό και να με σύρετε με το πιστόλι στο στόμα για 15 μίλια για να πουληθώ σαν ζώο στην αγορά, για το φερόμενο έγκλημά μου να θέλω να το σκάσω από την κατοχή σας».

Κατόπιν ζητά να μάθει περισσότερα για τις αδελφές και τον αδερφό του, που παρέμεναν ακόμα στην ιδιοκτησία του, αλλά και για τη δική του παιδική ηλικία και τις ρίζες του. Η επιστολή του αντανακλά επίσης την ικανότητα του φωτισμένου ανθρώπου να συγχωρεί, αλλά και τη διαχρονική ανάγκη των σκλάβων να αποκτήσουν την προσωπική τους ιστορία.

Κλείνει τη φαρμακερή επιστολή του υποσχόμενος πως θα τον χρησιμοποιήσει ως μέσο για να πληροφορηθεί η οικουμένη για το αποτρόπαιο σύστημα που είχαν στήσει οι Νότιοι με το εμπόριο ψυχών. «Το θεωρώ προνόμιο», καταλήγει, «να σας κάνω παράδειγμα του πώς πρέπει η ανθρωπότητα να συμπεριφέρεται στον εαυτό της. Είναι συνάνθρωπός σας, αλλά όχι σκλάβος σας»…

Το πλήρες γράμμα:

ssallevverryyhdusa8 ssallevverryyhdusa88 ssallevverryyhdusa888 ssallevverryyhdusa8888

Η Vilet Lester ψάχνει την κόρη της

ssallevverryyhdusa5

Πολύ λίγα είναι γνωστά για τη σκλάβα Vilet Lester, ξέρουμε πάντως πως στις 29 Αυγούστου 1857 έγραψε μια επιστολή στην πρώην αφέντρα της Patsey Patterson. Η Lester ήταν μάλιστα ακόμα σκλάβα, σε άλλο αφεντικό, όταν τόλμησε να στείλει την επιστολή. Και το τόλμησε γιατί είχε έναν καημό στην ψυχή: «Θα ήθελα να ξέρω τι έχει γίνει το μονάκριβο κοριτσάκι μου», μιας και δεν είχε ξανακούσει για το παιδί της από τη στιγμή που πουλήθηκε.

Η σκλάβα παραείναι ευγενική με το παλιό της σπιτικό, καθώς δεν θέλει προφανώς να εξαγριώσει την προηγούμενη κάτοχό της. Κι αυτό γιατί ο νέος ιδιοκτήτης της «είναι άνθρωπος λογικός» και θέλει να αγοράσει την κόρη της, αν μπορέσουν φυσικά να τη βρουν. Η ανορθόγραφη επιστολή χρησιμοποιήθηκε μάλιστα από τον λευκό δυνάστη ως απόδειξη τρανή για την εκτίμηση και την ευγνωμοσύνη που ένιωθαν υποτίθεται οι σκλάβοι απέναντι στα αφεντικά τους, μιας και η Vilet μιλά με εγκαρδιότητα στην «αγαπημένη Miss Patsy» και αναπολεί τα ωραία χρόνια που πέρασε στο πλευρό της. Ως δούλα!

ssallevverryyhdusa6

Το τοπίο βέβαια ήταν σαφώς πιο πολύπλοκο από αυτό και απεικονίζει τις περίπλοκες σχέσεις που αναπτύσσονταν στον Νότο της εποχής, όταν λευκά και μαύρα παιδάκια μεγάλωναν παρέα πριν τα χωρίσει το ταξικό σύστημα των φυλετικών διακρίσεων και της δουλείας. Γι’ αυτό και αποκαλεί τον εαυτό της «υπηρέτρια μέχρι θανάτου» στην πρώην κυρά της, αν και όλη η επιστολή οφείλει να αναγνωστεί κάτω από το βάρος της αγωνίας μιας μάνας να ξαναβρεί την κόρη της ή να μάθει τουλάχιστον τι έχει απογίνει.

Όπως είπαμε, τα γράμματα των μαύρων σκλάβων είναι ιδιαιτέρως σπάνια ντοκουμέντα και η επιστολή της Vilet Lester είναι μία από τις καμιά δεκαριά που έχουν επιβιώσει ως τις μέρες μας. Από την οικειότητα της σκλάβας προς την αφέντρα της, αλλά και την ίδια την παραδοχή της, οι δυο γυναίκες πρέπει να μεγάλωσαν μαζί ως παιδιά, καθώς ήταν συνηθισμένο στον Νότο να αγοράζουν οι τσιφλικάδες παιδιά σκλάβους ως φίλους αρχικά και προσωπικούς υπηρέτες αργότερα των δικών τους απογόνων.

Η Vilet μας λέει πως πουλήθηκε αρκετές φορές μέχρι να καταφτάσει στο νέο μαρτύριό της και έχουν περάσει πέντε χρόνια από τη στιγμή που την αποχώρησαν βιαίως από την κόρη της. Δεν θα μάθουμε ποτέ τι απέγινε εκείνη η σκλάβα που έχασε το παιδί της ή αν οι δυο τους επανενώθηκαν ποτέ στα ταραγμένα χρόνια της ζοφερής αμερικανικής δουλείας…

Το πλήρες γράμμα:

Georgia Bullock Co August 29th 1857

My Loving Miss Patsy

I hav long bin wishing to imbrace this presant and pleasant opertunity of unfolding my Seans and fealings Since I was constrained to leav my Long Loved home and friends which I cannot never gave my Self the Least promis of returning to. I am well and this is Injoying good hlth and has ever Since I Left Randolph. whend I left Randolf I went to Rockingham and Stad there five weaks and then I left there and went to Richmon virgina to be Sold and I Stade there three days and was bought by a man by the name of Groover and braught to Georgia and he kept me about Nine months and he being a trader Sold me to a man by the name of Rimes and he Sold me to a man by the name of Lester and he has owned me four years and Says that he will keep me til death Siperates us without Some of my old north Caroliner friends wants to buy me again. my Dear Mistress I cannot tell my fealings nor how bad I wish to See youand old Boss and Mss Rahol and Mother. I do not [k]now which I want to See the worst Miss Rahol or mother I have thaugh[t] that I wanted to See mother but never befour did I [k]no[w] what it was to want to See a parent and could not. I wish you to gave my love to old Boss Miss Rahol and bailum and gave my manafold love to mother brothers and sister and pleas to tell them to Right to me So I may here from them if I cannot See them and also I wish you to right to me and Right me all the nuse. I do want to now whether old Boss is Still Living or now and all the rest of them and I want to [k]now whether balium is maried or no. I wish to [k]now what has Ever become of my Presus little girl. I left her in goldsborough with Mr. Walker and I have not herd from her Since and Walker Said that he was going to Carry her to Rockingham and gave her to his Sister and I want to [k]no[w] whether he did or no as I do wish to See her very mutch and Boss Says he wishes to [k]now whether he will Sell her or now and the least that can buy her and that he wishes a answer as Soon as he can get one as I wis himto buy her an my Boss being a man of Reason and fealing wishes to grant my trubled breast that mutch gratification and wishes to [k]now whether he will Sell her now. So I must come to a close by Escribing my Self you long loved and well wishing play mate as a Servant until death

Vilet Lester
of Georgia
to Miss Patsey Padison
of North Caroliner

My Bosses Name is James B Lester and if you Should think a nuff of me to right me which I do beg the faver of you as a Sevant direct your letter to Millray Bullock County Georgia. Pleas to right me So fare you well in love.


Πηγή