Παρασκευή , 29 Μάρτιος 2024
Ο Δημήτρης Τζουβάρας βρήκε στο Ομάν τα αυτονόητα που λείπουν από την Ελλάδα

Ο Δημήτρης Τζουβάρας βρήκε στο Ομάν τα αυτονόητα που λείπουν από την Ελλάδα

Η ιδιότητα του προπονητή μάλλον δεν αποκαλύπτει όλη την αλήθεια. Ο Δημήτρης Τζουβάρας είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Είναι ένας μελετητής και αναλυτής του παιχνιδιού, ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει το όμορφο παιχνίδι ολιστικά και η προσέγγιση του απέναντι στα παιδιά ξεφεύγει από το αμιγώς αθλητικό. Είναι ένας παιδαγωγός με ακαδημαϊκή θεώρηση του ποδοσφαίρου, συνδυάζοντας παράλληλα την θεωρία με την πράξη και εφαρμόζοντας στο χορτάρι το απόσταγμα των γνώσεων και των εμπειριών του.

Ο Τζουβάρας συνεργάτης στη σύνταξη του βιβλίου «F.C Barcelona: Προπόνηση Τακτικής για 34 τακτικές καταστάσεις», το οποίο βραβεύτηκε από την ιταλική ομοσπονδία και τον Αρίγκο Σάκι, αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια τις προπονητικής του καριέρας στο ποδόσφαιρο ως εργαλείο ένταξης. Δούλεψε στην ομάδα Samaritan’s Purse, την αμερικανική ΜΚΟ που κατάλαβε τη δύναμη της στρογγυλής θεάς ως μέσο επούλωσης του τραύματος των ξεριζωμένων, ως συνεκτικό παράγοντα, ως δημιουργό μιας μορφής κανονικότητας στα παιδιά που πάλεψαν με τα κύματα για να ξεβραστούν σε έναν ξένο τόπο, πασχίζοντας να ξεκινήσουν ξανά τη ζωή τους. Kι έπειτα, στην ομάδα της ΑΡΣΙΣ, στην οποία βίωσε την τεράστια αλλαγή που το ποδόσφαιρο μπορεί να φέρει στην παιδεία και την ψυχολογία των χαρακτήρων που βρίσκονται από διαμόρφωση.

Παράλληλα με την δουλειά στις ομάδες αυτές, ο πρώην προπονητής των ακαδημιών του Άρη δεν σταμάτησε να επιμορφώνεται, να ψάχνεται και να ερευνά. Και οι συνθήκες ωρίμασαν, ώστε να κάνει το βήμα για έναν τόπο μακρινό, αλλά όχι τόσο ξένο όσο φαντάζονται οι περισσότεροι. Έναν τόπο που παρά τις σοκαριστικές πρώτες εικόνες για όσους προέρχονται από τη Δύση, δείχνει ότι στο ποδόσφαιρο έχει οργάνωση και ταυτότητα: Το Ομάν και την κορυφαία ακαδημία της χώρας, τη Muscat Football Academy. Μια ακαδημία που ;φιλοξενεί 200 παιδιά, 5-16 χρονών. Μάλιστα, η MFA έχει κάνει και πρόταση στον πρώην συνεργάτη του Έλληνα προπονητή στην ομάδα της ΆΡΣΙΣ. Τον Χρήστο Σαββάκη, ο οποίος είναι απόφοιτος ΤΕΦΑΑ και έκανε την πρακτική του στον Άρη. Η ελληνική παροικία της ακαδημίας αναμένεται λοιπόν να μεγαλώσει!

«Σεβασμός, ταπεινότητα, φιλοξενία»

«Χρόνια τώρα προσπαθούμε να μελετήσουμε τι γίνεται στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο και να δούμε και εμείς πώς θα μπορούσαμε να έχουμε κάποιες εμπειρίες στο εξωτερικό», εξηγεί ο Δημήτρης Τζουβάρας στο gazzetta.gr και συνεχίζει: «Πριν από κάποια χρόνια είχαμε έτοιμη μια ομάδα προπονητών με επικεφαλής τον Θάνο Τερζή, η οποία θα πήγαινε στην Αλ Ιτιχάντ στα τμήματα υποδομής αλλά τελικά δεν προχώρησε. Άλλαξε η ηγεσία και εκεί που ήμασταν έτοιμοι με τις βαλίτσες να πάμε για κάποια χρόνια τελικά δεν έγινε αυτό το βήμα. Ίσως δεν ήμασταν κι εμείς έτοιμοι ακόμα, γιατί πρέπει να είσαι έτοιμος σε πολλούς τομείς. Τώρα αυτό που άλλαξε, τουλάχιστον για εμένα, είναι ότι έχω μεγαλύτερη εμπειρία. Έχοντας μια επαφή τουλάχιστον για δύο χρόνια με πρόσφυγες στην Ελλάδα, κατάλαβα καλύτερα την κουλτούρα αυτών των ανθρώπων. Όχι μόνο την αραβική, αλλά και την αγγλική, γιατί είχαμε επαφή με συναδέλφους από την Αγγλία κυρίως με τους Samaritan’s Purse. Όπως και με προπονητές από Φινλανδία, Σκωτία, Αμερική. Οπότε πήρα αρκετά ερεθίσματα και γενικά υπήρξε μια απομυθοποίηση, αλλά και προσαρμογή με διαφορετικές κουλτούρες».

Κίνητρα επίσης για την αναζήτηση του εξωτερικού ήταν η περιέργεια, αλλά και η απογοήτευση. «Ήθελα να ζήσω λίγο μακριά από την Ελλάδα και από περιέργεια, αλλά και την απογοήτευση που νιώθουμε όλοι για το εργασιακό μας περιβάλλον και δεν εννοώ μόνο το οικονομικό κομμάτι. Εδώ τρέχουμε πανικόβλητοι σαν το σκυλί που τρέχει πίσω από την ουρά του και δεν κάνουμε τίποτα απολύτως. Δεν κάνουμε αυτά που έχουμε διδαχθεί ή δίνουμε μάχες για να τα επιβάλλουμε. Μάχες με κάθε υπεύθυνο ακαδημίας, ο οποίος ναι μεν μας προσλαμβάνει, αλλά δίνει τις κατευθύνσεις και τις περισσότερες φορές είναι κατώτερος των περιστάσεων, είτε απέναντι στους γονείς, οι οποίοι δεν μας αφήνουν να κάνουμε καλό στα παιδιά τους. Εδώ αυτό δεν συμβαίνει. Ο υπεύθυνος ακαδημίας και οι γονείς μας ευχαριστούν μετά από κάθε προπόνηση για το παιδαγωγικό μας έργο».

Πώς είναι όμως ξαφνικά από τη Θεσσαλονίκη να προσγειώνεσαι στην Αραβική Χερσόνησο; Είναι αυτονόητο πως οι πρώτες εικόνες ξενίζουν, όμως στη συνέχεια αρχίζεις και καταλαβαίνεις κάποια πράγματα. Και κυρίως, ότι τα στερεότυπα συνήθως υπάρχουν για να γκρεμίζονται. «Βρίσκομαι εδώ τρεις γεμάτες εβδομάδες. Τα πρώτα δείγματα ήταν λίγο σοκαριστικά σε όλους τους τομείς, παρότι ήμουν προετοιμασμένος. Για παράδειγμα, ήρθα εδώ στη μία το βράδυ και είχε πάνω από 35 βαθμούς Κελσίου οπότε αναρωτήθηκα αν είναι έτσι τη νύχτα, τη μέρα τι γίνεται; Ο ήλιος όμως είναι διαφορετικός σε σχέση με αυτό που έχουμε συνηθίσει, πιο άκακος. Και νυχτώνει σχετικά νωρίς, οπότε δεν υπάρχει πρόβλημα με τις προπονήσεις, που είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Ένα σοκ επίσης ήταν το πολιτισμικό, γιατί είχα μεν επαφή, αλλά το να βλέπεις παντού τριγύρω σου ανθρώπους με παραδοσιακά ρούχα σε ένα ποσοστό 80%, είναι λίγο πρωτόγνωρο. Όπως και το να βλέπεις ότι υπάρχει πλατεία εκτελέσεων, η οποία βέβαια πλέον είναι μόνο ιστορικό μέρος. Ήμουν λοιπόν λίγο σοκαρισμένος στην αρχή, είχα τις φοβίες που έχουμε όλοι, αλλά είδα τελικά ότι είμαστε πολύ λάθος. Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των ανθρώπων είναι ο σεβασμός, η ταπεινότητα, η φιλοξενία. Καυχόμαστε εμείς για τη φιλοξενία, αλλά είμαστε πολύ πίσω. Εδώ θα ακούσεις πολύ σπάνια ανθρώπους να διαπληκτίζονται. Μόνο μια φορά άκουσα έναν να φωνάζει σε άλλον, σε ένα βενζινάδικο. Στην Ελλάδα ξέρουμε πολύ καλά τι γίνεται. Δεν υπάρχουν κορναρίσματα στους δρόμους, γενικά βλέπεις σεβασμό, όπως και προς τις γυναίκες που υπάρχει μια εικόνα στο εξωτερικό διαφορετική. Οι σύζυγοι ή οι συγγενείς τις βλέπουν με απόλυτο σεβασμό, δεν υπάρχει χυδαιότητα, καμιά εμμονή ή φοβία. Είναι τόσο ομαλά τα πράγματα σε σχέση με εμάς, που μπορώ να πω ότι έχω ηρεμήσει.

Ως προς το επαγγελματικό κομμάτι, ένιωσα τον σεβασμό από την πρώτη στιγμή από τον Τσακ Μαρτίνι, τον παλιό τερματοφύλακα της Λέστερ και της Τότεναμ που είναι ο επικεφαλής στην ακαδημία που ήρθα, της Muscat Football Academy, η οποία είναι και η καλύτερη στη χώρα. Είχε μάλιστα συμπαίκτη τον Ζαγοράκη στη Λέστερ και μου είπε τα καλύτερα! Η ακαδημία έχει παραρτήματα επίσης στη Ντόχα του Κατάρ και στη Μπαγκόγκ. Αισθάνθηκα λοιπόν τον σεβασμό από την πρώτη μέρα και στις ακαδημίες. Ο Μαρτίνι ξέρει καλά την ορολογία και τον κόσμο του ποδοσφαίρου και καταλαβαίνει ποιος είναι γνώστης και ποιος όχι. Από τις πρώτες στιγμές λοιπόν κέρδισα τον σεβασμό του. Ήταν ένα σοκ που ήρθε να με πάρει από το αεροδρόμιο με Lamborghini. Εδώ τα αυτοκίνητα είναι Lambo, Lexus, Porsche, είναι λίγο σοκαριστικό. Η οργάνωση στους δρόμους είναι απίστευτη, δεν το συζητάμε. Είναι τόσο ευγενικοί παντού, στο σούπερ μάρκετ, στα εμπορικά κέντρα. Την πρώτη μέρα πήγα στη θάλασσα και δεν ήταν κανένας, οπότε κατάλαβα πως η κίνηση είναι κυρίως στα εμπορικά κέντρα κυρίως λόγω της θερμοκρασίας. Υπάρχει όμως και μια ισορροπία όταν βλέπουν έναν ξένο Ευρωπαίο. Θέλουν να δείξουν ότι είναι φιλόξενοι, ότι έχουν παιδεία και κουλτούρα και πράγματι έχουν. Είναι πολύ σημαντικό όμως να δείξεις και εσύ σεβασμό. Το ήξερα πολύ καλά.»

Ταυτότητα και σταθερότητα

Πέρα από την καθημερινότητα, ο Τζουβάρας πήγε στο Ομάν για να δουλέψει σε κάτι πολύ συγκεκριμένο. Στο ποδόσφαιρο. Και προερχόμενος από μια χώρα με δομικές παθογένειες, δεν γινόταν να μην αισθανθεί άμεσα κάποιες διαφορές, να γνωρίσει καλύτερα τη φιλοσοφία της Τσέλσι και της ολλανδικής ομοσπονδίας που αποτελούν τα θεμέλια της Muscat Football Academy. «Δεν είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο η οργάνωσή τους, αλλά δεν έχουν σίγουρα αυτή τη στρέβλωση που έχουμε στην Ελλάδα. Έχουν ταυτότητα. Είναι χαμηλό το επίπεδο, αλλά έχουν ταυτότητα. Εμείς ξέρεις πολύ καλά ότι δεν έχουμε, νομίζουμε ότι κάνουμε κάτι, αλλά δεν γίνεται τίποτα απολύτως. Παρότι γίνεται προσπάθεια με νέα παιδιά, όπως με τον Θάνο Τερζή και τον Μιχάλη Tσοκατσίδη που γράφουν βιβλία και προπονητές με επίπεδο, τουλάχιστον στη Θεσσαλονίκη που ξέρω, δεν υπάρχει το πλαίσιο να δουλέψουμε καλά. Εδώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Με  υποδέχθηκαν σαν πρίγκιπα, σαν ένα προπονητή που είχε μεγάλη εμπειρία και γνώσεις, ενώ υπάρχουν στην ακαδημία προπονητές όπως ο Γουίλς Ρίτσαρντς, ο οποίος ήταν για χρόνια στις ακαδημίες της Τσέλσι στο Λονδίνο και σε άλλα μέρη, όπως στη Σιγκαπούρη κ.ο.κ. Το πρόγραμμα δεν έχει πολλές διαφορές με το Juventus project που δούλευα εγώ στη Θεσσαλονίκη, στα εκπαιδευτήρια Μαντουλίδη, το οποίο υπάρχει ακόμα στην Αθήνα στα εκπαιδευτήρια Κωστέα Γείτονα. Υπάρχει η ίδια πολιτική προστασίας για το παιδί, μια φιλοσοφία, ένα πλάνο, ένας προγραμματισμός και ένας τεχνικός διευθυντής που δείχνει τις κατευθύνσεις. Το πνεύμα εστιάζεται στο παιδί.

Υπάρχει οργάνωση, αλλά το περιβάλλον δεν είναι αυστηρά ανταγωνιστικό όπως θεωρούν ότι πρέπει να είναι οι περισσότεροι στην Ελλάδα. Λέμε ότι κάνουμε ανταγωνιστικά τμήματα και πρωταθλητισμό, ενώ είμαστε όλοι πολύ μακριά. Ακόμα και ο ΠΑΟΚ που κάνει πρωταθλητισμό, είναι αρκετά βήματα πίσω ως προς το σεβασμό και την ενσωμάτωση. Γίνονται βέβαια βήματα, αλλά είμαστε πολύ πίσω γιατί δεν υπάρχει συγκεκριμένη κατεύθυνση και σταθερότητα. Εδώ υπάρχει σταθερότητα. Ακόμα και εγώ που ήρθα με νέες ιδέες και μου ζήτησαν να περάσω αμέσως στις πρώτες προπονήσεις κάποια δικά μου πράγματα, προσπαθώ να να τα προσαρμόσω με βασικό άξονα τον πυλώνα της Τσέλσι. Γνώρισα επίσης έναν εξαιρετικό άνθρωπο, τον Λι Μόργκαν, ο οποίος ήταν στα τμήματα υποδομής της Εθνικής Ουαλίας, που έχτισαν ένα εξαιρετικό οικοδόμημα με δάσκαλους όπως ο Ανρί, ο Αρτέτα, ο Ραϊμόντ Φερχάιχεν και αρκετούς ακόμα. Έχουν μελετήσει όλο τον κόσμο οι άνθρωποι και έχουν βγάλει πλάνο. Και ξέρουμε ότι είναι μια εθνική που ξεκίνησε από τη θέση 124 στον κόσμο και έφτασε στο νούμερο 6. Έχουν ένα κοινό πλάνο από μικρές ηλικίες, από την under 6 μέχρι την πρώτη ομάδα. Κινούνται κυρίως στα πρότυπα της ολλανδικής Ομοσπονδίας. Έχουν φανταστικές ιδέες, είδα πολλά πράγματα και τα έχω ενσωματώσει ώστε τα επόμενα βιβλία που έχω το χρόνο να δουλεύω εδώ να τα εμπεριέχουν. Έχουμε στο πλάνο 4-5 βιβλία με τον Γιάννη Τσανικλίδη, θα πάρουμε αρκετά από τη φιλοσοφία της Τσέλσι αλλά και από τη δομή της Ουαλίας που είναι φανταστική».

Χωνευτήρι ποδοσφαίρου!

Κάποια στοιχεία της κουλτούρας μιας χώρας δεν γίνεται να μην περάσουν και στο ποδόσφαιρο. Η διαμορφωθείσα κατάσταση όμως κάνει την ακαδημία του Μουσκάτ ένα πολύχρωμο παζλ, στο οποίο οι διαφορετικές κουλτούρες συναντιόνται και το αποτέλεσμα είναι πολύ ενδιαφέρον. «Έχει αρκετά ταλέντα, αλλά έχουν ένα θέμα. Οι ανατολίτες έχουν ένα ζήτημα με το χρόνο, δηλαδή μπορεί να ξεκινήσεις προπόνηση και να έρθουν λίγο αργότερα. Αυτό το ήξερα ήδη από την Ελλάδα, ισχύει και στην Τουρκία και στον αραβικό χώρο, αλλά και σε κάποιες χώρες της Αφρικής. Λόγω της σχέσης μου με τον Πέτρο Κούκουρα, που ήταν στην Γκάνα και τώρα στην εθνική του Σουδάν ως ασίσταντ, ήμουν προετοιμασμένος για το τι θα βρω. Η ακαδημία χρησιμοποιεί τις εγκαταστάσεις ενός ιδιωτικού σχολείου που είναι, ας πούμε, υπό την προστασία του στρατού. Από ό,τι καταλαβαίνω ενδεχομένως να δουλεύουν κάποιοι άνθρωποι εκεί ή να στέλνουν τα παιδιά τους κάποιοι που βρίσκονται στον στρατό ή σε υπηρεσίες. Οπότε το ένα γήπεδο που χρησιμοποιούμε είναι αυτό και ένα το άλλο βρίσκεται σε μια περιοχή που μένουν άνθρωποι, οι οποίοι δουλεύουν στα πετρέλαια. Πρόκειται λοιπόν για ανθρώπους από όλο τον κόσμο, παιδιά που ζουν με τους γονείς τους εδώ. Από Ρωσία, από Αγγλία, από Αμερική, από όπου μπορείς να φανταστείς. Συν το ότι έχουμε συνεργασία με τρία διεθνή σχολεία (international schools) και όλα αυτά μου θυμίζουν κάποια πράγματα από τη Θεσσαλονίκη, μοιάζει πολύ με το πώς ήταν πράγματα στα εκπαιδευτήρια Μαντουλίδη ή στο κολέγιο Ανατόλια που κατά διαστήματα γίνονταν κάποιες συναντήσεις, με πιο καλή οργάνωση και πιο καταρτισμένους ανθρώπους.

Πριν ακόμα ξεκινήσουμε τη χρονιά, κλήθηκε η ακαδημία εντελώς απροετοίμαστη να παίξει σε ένα τουρνουά στην Ιταλία με ομάδες από το εξωτερικό όπως η Στεάουα, η Μίλαν, η Γιουβέντους η Ίντερ. Και αυτό δείχνει τον σεβασμό που αποδίδουν σε αυτόν τον άνθρωπο που είναι ο επικεφαλής οι Ευρωπαίοι αλλά και τη θέληση να υπάρξει σύνδεσμος. Γιατί υπάρχει πραγματικά μεγάλο κενό ως προς την ανίχνευση ταλέντων, το βλέπω και μέσω αντίστοιχων τουρνουά που έχουν πάει τα παιδιά στην Αγγλία. Ένας τερματοφύλακάς μας είχε επιλεγεί από ένα τμήμα του Άγιαξ, πήγε έναν χρόνο και έκανε προπονήσεις. Θα μπορούσε να μείνει αν το ήθελε, αλλά δεν μπορούσε να μείνει μακριά από τους δικούς του. Δεν είναι εύκολο για ένα παιδί να αφήσει την οικογένειά του και να πάει σε έναν ξένο χώρο και να αντιμετωπίσει  τέτοιες καταστάσεις. Το βλέπουμε με παιδιά από ακαδημίες και ισπανικών ομάδων. Δεν είναι καθόλου αυτονόητο για ένα παιδί να αφήσει την πόλη ή το χωριό του και να κυνηγήσει το όνειρό του. Δεν είναι άντρας για να το κάνει, είναι παιδί».

«Τα παιδιά δεν είναι άβουλα όντα»

Ο Δημήτρης Τζουβάρας είπε πως στο Ομάν οι γονείς ευχαριστούν τους προπονητές για το παιδαγωγικό τους έργο. Δεν είναι ότι εκεί δεν παθιάζονται. Απλά καταλαβαίνουν το ρόλο του εκπαιδευτή και τον δικό τους. Κι αυτό είναι επίσης ζήτημα κουλτούρας και φιλοσοφίας. «Είναι και εδώ στα κάγκελα οι γονείς. Θα χρειαστεί να τους εκπαιδεύσουμε και εγώ έχω ξεκινήσει αυτές τις κινήσεις για αν τους κάνω να καταλάβουν ότι το παιδί ή θα ακούει εμάς ή εσάς και ότι είναι διαφορετικό να υποστηρίζεις ψυχολογικά και να το κατευθύνεις από το να παρεμβαίνεις. Η διαφορά είναι ότι από τις πρώτες κουβέντες δείχνουν να καταλαβαίνουν και φαίνεται ότι θέλουν να δείξουν ενθουσιασμό προς το παιδί και όχι να ακυρώνουν εμάς. Εδώ νιώθεις ότι είσαι προπονητής, δείχνουν σεβασμό, ξέρουν οι γονείς ότι αυτός που βρίσκεται με το παιδί τους είναι δάσκαλος, έχει επιλεγεί γι’ αυτό. Στο κάτω-κάτω δεν υπάρχουν κλίκες όπως στην Ελλάδα, όπου θα προωθηθεί ο γνωστός του γνωστού, ή εκείνος που έχει συγγένεια με τον πρόεδρο. Είπαμε, υπάρχουν εξαιρετικοί προπονητές, αλλά κάποιοι δεν θα έπρεπε να περνάνε ούτε απ’ έξω. Όλοι παίρνουν κάποια πτυχία εξειδίκευσης από την UEFA, αλλά ένας άνθρωπος που δεν έχει περάσει από το πανεπιστήμιο με την συνολική καθολική εκπαίδευση και με το επίπεδο που απαιτείται πώς είναι δυνατόν να ανταπεξέλθει, κυρίως σε ακαδημίες;».

Εξάλλου, η λογική της ακαδημίας είναι να δίνει πρωτοβουλίες στο παιδί, να μην το έχει απλά έναν στρατιώτη. Και η φιλοσοφία αυτή είναι ένας από τους βασικούς λόγους όπου ο 44χρονος προπονητής σκοπεύει να συνεχίσει το ποδοσφαιρικό του ταξίδι.«Τα πράγματα πάνε εξαιρετικά και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό. Το μότο που είναι να απολαμβάνω και να σχεδιάζω. Το μέλλον δεν ξέρω που θα με βρει, αν θα συνεχίσω εδώ. Θα ήθελα να το κάνω για τα επόμενα δύο χρόνια που έχουμε συμβόλαιο. Μπορεί να πάω στην Ντόχα ή να γυρίσω στην Ελλάδα, αλλά σίγουρα όσο χρόνο μείνω εδώ θα προσπαθήσω να απολαύσω την κάθε στιγμή, να μάθω ακόμα καλύτερα το ποδόσφαιρο, να μάθω ακόμα καλύτερα τα παιδιά και να ονειρευόμαστε μαζί. Η φιλοσοφία της ακαδημίας είναι να λύνουμε μαζί τους τα προβλήματα που υπάρχουν στο χώρο του ποδοσφαίρου. Μιλάμε μαζί, μελετάμε μαζί το ποδόσφαιρο, συζητάμε, παίρνουν κάποιες αποφάσεις που αφορούν τη σύνθεση της ομάδας και λύνουμε όλα τα προβλήματα που ανακύπτουν. Τα παιδιά έχουν λόγο, δεν είναι άβουλα όντα…».

Αυτονόητα πράγματα; Δυστυχώς, όχι για όλους.

Πηγή: gazzetta.gr


Πηγή