Πέμπτη , 28 Μάρτιος 2024

Η περιπετειώδης επιχειρηματική ιστορία του ελληνικού προφυλακτικού

O άνθρωπος ανακάλυψε με τον άσχημο τρόπο την ανάγκη για μια καλύπτρα στο πέος του, ήδη από την εποχή που ανακάλυψε το ίδιο το σεξ!

Ακόμα και σε βραχογραφίες 12.000 και 15.000 ετών απεικονίζονται άντρες με κάποιου είδους κάλυμμα στα γεννητικά τους όργανα, θέλοντας προφανώς να περιορίσουν τις ανεπιθύμητες γεννήσεις ή εκείνο το κάψιμο στην περιοχή που χιλιετίες αργότερα θα αποκαλούσαμε «αφροδίσια νοσήματα».

Το ανθρώπινο είδος κατέληξε λοιπόν από πολύ νωρίς στην πορεία του στη Γη πως το σεξ δεν γίνεται αποκλειστικά για αναπαραγωγικούς σκοπούς, κι έτσι έψαξε να δει τι τεχνικές προφύλαξης μπορούσε να πάρει.

Μέχρι να τον απαλλάξει βέβαια από τα πειράματά του ο Τσαρλς Γκουντγίαρ, ο άνθρωπος που σκάρωσε την τεχνική του βουλκανισμού του καουτσούκ και γέννησε τον πυρετό του ελαστικού, ο άντρας δοκίμασε πολλά και διάφορα στην επίμαχη περιοχή, από εντόσθια ζώων, κέρατα, δέρματα, καβούκια χελώνας και λινά υφάσματα ειδικά για τη βάλανο (Αιγύπτιοι και Έλληνες ήταν εδώ πρωτοπόροι) μέχρι καλύπτρες καμωμένες από ουροδόχο κύστη ζώων ή προφυλακτικά από ζωικές μεμβράνες και μετάξια (Κίνα και Ιαπωνία). Ακόμα και με πίσσα άλειφαν κάποιοι τα γεννητικά τους όργανα ή τα διαπότιζαν με εκχύλισμα κρεμμυδιού!

Η χρήση προστατευτικού ως μέσου αντισύλληψης ή μετάδοσης αφροδίσιων νοσημάτων απασχόλησε από τους Μινωίτες μέχρι και τους Ρωμαίους, αν και μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την επικράτηση του χριστιανισμού φαίνεται να υπάρχει μια υποχώρηση στις αυτοσχέδιες τεχνικές προστασίας, μέχρι τον 15ο αιώνα τουλάχιστον, όταν αναδύεται και πάλι πιο αναγκαίο από ποτέ!

Μέχρι να εμφανιστεί στην οικουμένη το λάτεξ προφυλακτικό, το καλύτερο διαθέσιμο μέσο προφύλαξης μέχρι στιγμής, και να πυροδοτήσει φαρμακερούς διαξιφισμούς, ακραίες διαμαρτυρίες και πύρινες αντιδράσεις από συντηρητικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους, η ανθρωπότητα πειραματίστηκε ξέφρενα με το προφυλακτικό.

Όταν όμως χτύπησε η σύφιλη την Ευρώπη τον 15ο αιώνα με πρωτόγνωρη αγριότητα αυτή τη φορά και αποδεκάτιζε τα στρατεύματα των υπερδυνάμεων, το προφυλακτικό μετατράπηκε αναγκαστικά σε εμπορική δραστηριότητα, ώστε να καλύψει την παγκόσμια ζήτηση. Ως και την Ασία είχε φτάσει η νόσος, δεν ήταν παίξε-γέλασε.

Ευρωπαίοι έμποροι διοχετεύουν για πρώτη φορά στην αγορά προφυλακτικά από κύστες ή δέρματα ζώων αλλά και λινά υφάσματα, δεν αποδεικνύονται ωστόσο αποτελεσματικά. Κάποιοι αρχίζουν να τα επικαλύπτουν με χημικές ουσίες για τον θάνατο του σπέρματος και μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα το προϊόν αποκτά το σημερινό του όνομα («προφυλακτικό») και μπαίνει στις εκθέσεις της ιατρικής κοινότητας ως ικανοποιητικό μέσο για τον έλεγχο των γεννήσεων και τον περιορισμό των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Ακόμα και ο Καζανόβα ξέρουμε πως τα προτιμούσε, μιας και αυτός ήξερε προφανώς καλύτερα, κι έτσι τα φούσκωνε με αέρα πριν τα χρησιμοποιήσει για να ελέγξει πιθανές διαρροές. Δεν ήταν κάνα παιδάκι να την πατάει έτσι εύκολα.

Τα χρόνια πέρασαν, οι στρατιωτικοί επιτελείς τα αγάπησαν όσο τίποτα, μιας και αυτά τα «κράνη» έσωζαν τους άντρες τους από τον αποδεκατισμό σε καιρό ειρήνης, και τα έντερα προβάτου είχαν πια την τιμητική τους. Μέχρι τον 18ο αιώνα τα έβρισκες παντού -και σε διάφορα μάλιστα μεγέθη-, από καπηλειά και κουρεία μέχρι και λαϊκές αγορές ή θέατρα, αν και παραήταν ακριβά για τον λαό. Ή για να τα χρησιμοποιήσεις μια φορά και να τα πετάξεις!

AP_101201017437

Από τα μέσα του 19ου αιώνα ωστόσο, μετά τη μνημειώδη ανακάλυψη του Γκουντγίαρ, το λαστιχένιο προφυλακτικό είχε έρθει να αντικαταστήσει τα πάντα. Διαφημίζεται σε εφημερίδες, δέχεται το άγγιγμα της τεχνολογίας και διατίθεται ως ένα ακόμα προϊόν του νέου και θαυμαστού κόσμου. Όχι ότι θα γίνει φυσικά ανάρπαστο, μιας και οι περισσότεροι δεν έβλεπαν λόγο για τη χρήση του. Το προφυλακτικό καταντά έτσι συνώνυμο του αγοραίου έρωτα, κι έτσι περνά στον 20ό αιώνα, ως προφύλαξη για όποιον αναζητά φτηνές ηδονές με κοινές γυναίκες. Ή τον στρατιώτη, που ήταν προφανώς το ίδιο πράγμα.

Και με τη διαβόητη αυτή φήμη του αποβιβάζεται φυσικά και στη χώρα μας, με μεγάλη καθυστέρηση. Έπρεπε να βγει η Ελλάδα από την Κατοχή και τον Β’ Παγκόσμιο για να πάρει μυρωδιά ο λαός αυτό το καουτσουκένιο πράγμα που ούτε ήξερε ούτε και ήθελε κανείς. Μέσα στην καταραμένη φτώχεια άλλωστε, ποιος να δαπανήσει δεκάρες που δεν είχε για τέτοια καμώματα;

Σίγουρα όχι ο οικογενειάρχης. Τι γινόταν όμως με τον μουρντάρη που ξενοκοιτούσε ή αναζητούσε τον πληρωμένο έρωτα; Σύντομα θα είχε στο πλευρό του τη λύτρωση, μια λύτρωση που άκουγε στο όνομα «Μπεμπέκα», «Σκουφίτσα», «Αλεπουδίτσα» και άλλα τέτοια υπέροχα. Ήταν η επιχειρηματική ευκαιρία που περίμενε το ελληνικό δαιμόνιο…

Οι λαστιχένιες περιπέτειες του τόπου μας

AP_16335468439983

Δεν είναι βέβαια ολότελα ακριβές πως το προφυλακτικό εμφανίζεται στον τόπο μας μετά τον πόλεμο. Η ντόπια και ελληνικότατη «Μπεμπέκα» κυκλοφορούσε πριν από τον Β’ Παγκόσμιο, ήδη από τη δεκαετία του 1930, και διαφημιζόταν φυσικά ως απείρως καλύτερη από τα ξένα και εξόχως ελαττωματικά προφυλακτικά. Τα δικά της ήταν καμωμένα από το νέο υλικό που λεγόταν «νάιλον» και δεν είχαν σχέση με τα παλιά και σκάρτα. Στην Αμερική φτιάχνονταν βέβαια κι αυτά!

«Σαν δεν κρατούν τα κότσια σου, μην κάνεις τον γκιουλέκα / προτίμα ένα και γερό παρά σπασμένα δέκα / και μην πιστεύεις θηλυκό… μακριά από την γυναίκα… / …εκτός πια αν στην τσέπη σου υπάρχει μια Μπεμπέκα». Με τέτοια χαρμόσυνα στιχάκια διαφημιζόταν η «Μπεμπέκα» («Παππούς κι’ εγγόνι» ήταν ο τίτλος της διαφήμισης και είχε υπέρτιτλο αυτό το τρομερό «Νέα Ποίησις»), προσπαθώντας να βρει τη θέση της στην ελληνική αγορά.

Όχι ότι σταματούσε φυσικά εκεί. Σε άλλη προπολεμική ρεκλάμα διαβάζουμε κάτω από την πηχυαία επιγραφή «3 ημέρες αγωνίας»: «…διότι είχε την επιπολαιότητα να χρησιμοποιήση ένα κοινό προφυλακτικό που έσπασε! Λυπήθηκε να δώση δύο δραχμάς περισσότερο να πάρη μια Μπεμπέκα που δεν σπάζει ποτέ! Γι’ αυτό λοιπόν ζητείτε και επιμένετε να σας δίνουν μόνον την μάρκαν Μπεμπέκα».

Η «Μπεμπέκα» διαμαρτυρόταν μάλιστα για τις μαϊμούδες Μπεμπέκες που κυκλοφορούσαν στην αγορά και της έκλεβαν το μερίδιο από την πίτα. Διαβάζουμε σε άλλη έντυπη διαφήμιση: «Σαν μαϊμούδες απομιμήθηκαν τα προφυλακτικά Μπεμπέκα βάζοντας μέσα στα κουτιά μας ο,τιδήποτε σάπιο και κομμένο προφυλακτικό. Άλλοι πάλι βρήκαν την ευκαιρία λόγω της ελλείψεως να λανσάρουν άγνωστες μάρκες και ποιότητες όχι κοντρολαρισμένης αντοχής».

AP_17096059397985

Και η μάρκα αντεπιτίθεται: «Τώρα παραλάβαμε και εφοδιάσαμε τα περίπτερα και τα Φαρμακεία με γνήσια Μπεμπέκα. Αποφεύγετε τους πλανοδίους μικροπωλητάς, και ζητείτε από τα Φαρμακεία και τα περίπτερα να σας δίνουν Μπεμπέκα και όχι άλλη μάρκα».

Στην «Ιστορία της καπότας», ο εξαιρετικός Ηλίας Πετρόπουλος μας λέει: «Η ανακάλυψις, περί το 1938, του νάιλον προυκάλεσε μίαν μικράν επανάστασιν εις την τεχνικήν της περικαυλίδος. Η νέα συνθετική ύλη ήτο τοιαύτης ανθεκτικότητας, που κατέστη δυνατή (ευθύς μετά τον Β΄ παγκόσμιον πόλεμον) η κατασκευή περικαυλίδων εξαιρετικής λεπτότητος».

Η «Μπεμπέκα» διαμαρτυρόταν για τον αθέμιτο ανταγωνισμό και τις μαϊμούδες που κυκλοφορούσαν και της έπαιρναν τη δουλειά γιατί προφανώς είχε δουλειά. Και μάλιστα μονοπωλιακή! Κακόφημη πάντα και στο περιθώριο της σεμνότυφης κοινωνίας, μια «παραβατική» αγορά είχε γεννηθεί για το προφυλακτικό στα πεζοδρόμια και τις τρούμπες. Τα ελληνικά προφυλακτικά ακολούθησαν μάλιστα το μοτίβο των ξένων, θέλοντας να απαλλαγούν από τη ρετσινιά του φτηνού και του απαγορευμένου. Τώρα κυκλοφορούσαν σε πολύχρωμα φακελάκια και κουτάκια θέλοντας να απενοχοποιήσουν το προϊόν που έκρυβαν εντός τους.

Στα περίπτερα και τα φαρμακεία έβρισκες πια, πλάι στην «Μπεμπέκα», τη «Σκουφίτσα» (από την Κοκκινοσκουφίτσα του παραμυθιού, αν αναρωτιέστε) και την «Αλεπουδίτσα», οι συνειρμοί της οποίας με τη διαβόητη πονηριά του ζώου ήταν κάτι παραπάνω από προφανείς.

AP_16319736355899

Λίγο το ελληνικό εμπορικό δαιμόνιο και λίγο η έμφυτη ξενομανία του Έλληνα γέννησαν ωστόσο και ένα παράπλευρο φαινόμενο: ελληνικά προφυλακτικά να ισχυρίζονται στα κουτάκια τους το αντίθετο! «Αμερικανικόν προϊόν κατασκευασθέν εις τα διεθνούς φήμης εργοστάσια Made in USA», έγραφε ένα από δαύτα, μπερδεύοντας προφανώς τη μάρκα του εργοστασίου με τη χώρα προέλευσης. Αυτός ο έμπορος δεν γνώριζε και τα καλύτερα αγγλικά, αλλά ας είναι.

Το «Οκέϋ» και το «Σίλβερ Τέξας» δεν έκρυβαν πάντως ότι έκλειναν το μάτι στην ελληνική ξενομανία. Το «Οκέϋ» σημείωνε στην μπροστινή πλευρά του κουτιού του σε… άπταιστα αγγλικά πως είχε μέσα του «profylactics». Κι αν δεν ήταν άμεση η συσχέτιση με την Αμερική, είχε ως εικονογράφηση τη φάτσα του γάτου Τομ! Όσο για το «Σίλβερ Τέξας», δεν έκρυψε ποτέ πως τα έλεγε τα ψεματάκια που πως ήταν από την Αμερική, παρά το γεγονός ότι… δεν ήταν: «το αξιόπιστο των προϊόντων Made in USA» έγραφε αρχικά και αργότερα ξαναχτύπησε με το αμίμητο: «Αμερικανικόν προϊόν κατασκευασθέν εις τα διεθνούς φήμης εργοστάσια Made in USA»!

Και η τραγική ειρωνεία ήταν πως ήταν όντως Made in USA, καθώς από κει τα έφερναν, αλλά τα προωθούσαν ως ελληνικό προϊόν. Ελληνική ήταν μόνο η συσκευασία ωστόσο. Όσο για τα πατρινά προφυλακτικά «Λίρα» της δεκαετίας του 1960, αυτά ήταν «ηλεκτρονικώς ηλεγμένα», ώστε να «εξασφαλίζουν εις όσους τα χρησιμοποιούν ασφάλεια 100%». Μνεία αξίζει στη νέα γενιά των προφυλακτικών του Κωνσταντίνου Τσιράκη, ήδη από το 1949, τα «Assos», «Κλειδί», «Diana» και «Eva» (και τα «Life» αργότερα), αν και δεν είχαν απωλέσει ως τότε τον κοινωνικά ένοχο χαρακτήρα τους. Για τον ξαναμμένο έφηβο, το να πεταχτεί μέχρι το περίπτερο της γειτονιάς και να ζητήσει ένα προφυλακτικό μόνο εύκολη υπόθεση δεν ήταν, καθώς απαιτούσε τσαγανό και αποστροφή του κεφαλιού για να μη δεις το ένοχο βλέμμα του περιπτερά.

Άλλα είχαν λιπαντικό («λαδωμένα») και άλλα ήταν «αλάδωτα», όλα τους όμως αντλούσαν πράγματι την καταγωγή τους από την Αμερική. Έλληνες που έβλεπαν μπροστά έφεραν τα πρώτα από τις ΗΠΑ σε μια δοκιμαζόμενη χώρα που έβγαινε από τον εμφύλιο και είπαν να δοκιμάσουν την τύχη τους.

AP_16201331403487

Η «Μπεμπέκα» έδωσε μεταπολεμικά τη θέση της στα «Assos», μετά ήρθε το «Stop» (μέσα δεκαετίας του 1950), το «Κλειδί» (τέλη των ’50s), που χτύπησε τις ευαίσθητες χορδές του Έλληνα και κυριάρχησε στην αγορά με τα τρία προφυλακτικά στη συσκευασία, και ακολούθησαν πλήθος ακόμα από τα τέλη των ’60s πια. Τα νέα προϊόντα ήταν σαφώς καλύτερης ποιότητας, είχαν συσκευασίες με τη σύμφωνη γνώμη του μάρκετινγκ και οι τιμές τους ήταν πιο προσιτές, βάζοντάς τα τελικά ακόμα και στα σπίτια του φιλήσυχου κοσμάκη.

Οι έλληνες βιοτέχνες παραλάμβαναν τα προϊόντα τους απ’ έξω και τα τέσταραν με… μηχανικές μεθόδους. Ελληνική ήταν ουσιαστικά μόνο η πλαστικοποιημένη συσκευασία τους, η οποία όφειλε ωστόσο να είναι αεροστεγής και φωτοστεγής. Από τη δεκαετία του 1970, τα ελληνικά προφυλακτικά εναρμονίστηκαν με τις διεθνείς εξελίξεις και είχαν όχι μόνο λιπαντικό, αλλά και την απαραίτητη πια αποστείρωση.

Τώρα τα προφυλακτικά του τόπου μας ήταν ανατομικά και σύντομα θα κυκλοφορούσαν και όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που συναντούμε ακόμα και σήμερα: τα λεπτά, αυτά με τις ραβδώσεις, τα άλλα με το επιβραδυντικό κ.λπ. Τα προφυλακτικά σταμάτησαν να μυρίζουν λάτεξ και λάδια, καθώς πλέον είχαν αρώματα και γεύσεις.

AP_886563875208

Πολύ μακριά δηλαδή από την άγαρμπη και ωμή εποχή της «Μπεμπέκας» και της «Σκουφίτσας», τις οποίες σκότωσε όχι μόνο ο πόλεμος και η φτώχεια, αλλά και ο πουριτανισμός. Μόνο στη δεκαετία του 1990 γνώρισε άνθηση το προφυλακτικό στη χώρα μας, καθώς αυτή είναι ουσιαστικά η χρυσή εποχή του, με το πολυεθνικό προφυλακτικό που καταφτάνει με νέα δυναμική στην Ελλάδα να αναγκάζει τις λιγοστές εγχώριες φίρμες να αναδιπλωθούν.

Και λέμε με νέα δυναμική, καθώς οι ξένες φίρμες κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα ήδη από τα Δεκεμβριανά του 1944! Ευγενική χορηγία των Άγγλων, αν και δεν θα έπιαναν κι αυτά εμπορικά στη χώρα μας παρά μισό αιώνα αργότερα. Ακόμα και στη δεκαετία του 1980, κάτι «Stop», «Again» και «Duo» πάλευαν να κρατηθούν εμπορικά και να σταθούν στα πόδια τους.

Μέχρι και σήμερα υστερούμε εξάλλου και μάλιστα πολύ ως λαός στη χρήση του προφυλακτικού, σε σχέση με την ευρωπαϊκή και δυτική εμπειρία, παραμένοντας ουραγοί σε ένα σπορ που είχαν ανακαλύψει από ιδιαιτέρως νωρίς οι πρόγονοί μας…


Πηγή