Παρασκευή , 29 Μάρτιος 2024

Ο τραγουδιστής που έδωσε σάρκα και οστά στη φράση: «Ζούμε όση ζωή θελήσουμε να ζήσουμε»

Γράφει

ο Κωνσταντίνος Κάλτσας

Στις 3 Σεπτεμβρίου συμπληρώθηκαν 2 χρόνια από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο Θάνος Ανεστόπουλος, τραγουδιστής και ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος «Διάφανα Κρίνα». Κατά καιρούς έχουν γραφτεί κείμενα, πολλά από τα οποία λειτουργούν ως «επικήδειοι» αναμνηστικοί λόγοι, προσπαθώντας να σκιαγραφήσουν το αποτύπωμα που άφησε στη μουσική πραγματικότητα αλλά και τις διαστάσεις του πολυσύνθετου ατόμου που υπήρξε.

Πάντα η τέχνη συνδέει ανθρώπους και ενοποιεί γενιές, δίνοντας μια αίσθηση συλλογικότητας και ενιαίων προβληματισμών, ίσως και στόχων. Κάποιες φορές πιο μαζικά και κάποιες άλλες λιγότερο. Ο Θάνος -ας μου επιτραπεί ο ενικός- υπήρξε δημιούργημα και εκφραστής μιας εποχής όχι πολύ μακρινής από την τωρινή, φέροντας όλες τις ελπίδες και όλες τις διαψεύσεις της και φωτίζοντας τις λίγο πιο σκιερές γωνιές της.

Γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη, γιος εσωτερικών μεταναστών σε εργατική οικογένεια. «Ο πατέρας μου, άνθρωπος του μόχθου, εργάτης. Έτρεχε απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ σε τρεις δουλειές για να μην νιώσουμε ότι έχουμε πρόβλημα. Μεγάλωσα στη Νέα Ζωή, μια περιοχή στο Περιστέρι. Τα τοπωνύμια με τη λέξη “νέα” μπροστά δείχνουν την προσπάθεια ανθρώπων που ξεκινούν κάτι καινούριο».

Είχε περάσει στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς, σημερινό Οικονομικό Πανεπιστήμιο, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. «Μια μέρα ήμουν στο αμφιθέατρο, χρωστούσα τέσσερα μαθήματα για το πτυχίο. Από αντίδραση, σηκώθηκα και έφυγα. Ήταν ένας λέκτορας εκεί κοντά που με ήξερε, με είδε να φεύγω, μου λέει “πού πας;”, του λέω “σε χαιρετώ, φεύγω, δεν μπορώ άλλο πια”».

Η δημιουργία των «Διάφανων Κρίνων»

Το καλοκαίρι  του ‘90 συναντήθηκαν στο μπαλκόνι του σπιτιού του Θάνου, αυτός και ο Τάσος Μαχάς. Αφορμή για τη συνάντηση στάθηκε ένα τραγούδι και ο σχηματισμός μιας νέας μπάντας, και με τον Σωτήρη Σταμπουλίδη στο μπάσο, ο οποίος αποχώρησε το 1991. Αρχές εκείνου του χρόνου, χειμώνας, και το όνομα βρίσκεται. Διάφανα Κρίνα.

Ένα απόγευμα, κατέβηκε τη σκάλα του υπογείου ο Παντελής Ροδοστόγλου . Ψηλός, αδύνατος, με μια φάτσα που δύσκολα συναντάς και ακόμα πιο δύσκολα ξεχνάς, άνθρωπος φτιαγμένος από την ίδια πάστα, ρομαντικός και ευαίσθητος. Μέσω ενός κοινού τους φίλου ήρθε σε επαφή με τα «Κρίνα» και ταιριάξανε τα χνώτα και τα όνειρα. Δίπλα στον Κυριάκο Τσουκαλά (κιθάρα) το 1993 ήρθε να προστεθεί στην παρέα και ο Νίκος Μπαρδής, ενώ τον χειμώνα του ’94 ηχογράφησαν το πρώτο τους επτάιντσο «Κάτω απ΄το Ηφαίστειο – Λιώνοντας Μόνος» στον Περισσό σ’ ένα στούντιο της Columbia.

Τον χειμώνα του ’96 τα Κρίνα μπαίνουν στο στούντιο Praxis με ηχολήπτη τον Λάμπρο Σφυρή  και μ’ ένα καινούριο μέλος στη σύνθεσή τους: τον Παναγιώτη Μπερλή (πλήκτρα-πιάνο). Μέσα σε ένα μήνα περίπου το «Έγινε η απώλεια συνήθειά μας» ήταν γεγονός. Ακολούθησαν το 1998 το άλμπουμ «Κάτι Σαράβαλες Καρδιές», το 2000 το ΕΡ «Είναι που όλα ήρθαν αργά» και το LP «Ευωδιάζουν αγριοκέρασα οι σιωπές». Το 2003 ηχογράφησαν στον δικό τους χώρο το «Ό,τι απόμεινε απ’ την ευτυχία» και το 2006 ηχογραφούν με τον Δημήτρη Γιάλα το «Ο Γύρος Της Μέρας Σε Ογδόντα Κόσμους», που θα περιέχει μόνο ορχηστρικά τραγούδια και θα συνοδεύεται από ένα βιβλίο με ζωγραφιές και σχέδια του Θάνου Ανεστόπουλου.

Επτά μήνες μετά την κυκλοφορία του τελευταίου τους δίσκου «Κι η Αγάπη Πάλι θα Καλεί», τα Διάφανα Κρίνα ανακοίνωσαν μέσα από το επίσημο site τους ότι διαλύονται. Ήταν Ιούνιος του 2009. Την ανακοίνωση υπέγραφαν όλοι εκτός του Θάνου. Αργότερα θα ακολουθήσει και η προσωπική ανακοίνωση του Ανεστόπουλου, όπου παραθέτει τους δικούς του λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, αναφέροντας τις δυσκολίες με τις οποίες ήταν αντιμέτωπος σε εκείνη τη φάση της ζωής του: πρόβλημα με το αλκοόλ, ένα οδυνηρό διαζύγιο και ο θάνατος του αδερφού του.

Τα Διάφανα Κρίνα είχαν πολλές ιδιαιτερότητες. Ο ήχος τους, στην αρχή ακατέργαστος να θυμίζει post-punk και garage μπάντες των eighties, εγχώριες ή μη, μπολιάστηκε στη συνέχεια με πιο μελωδικά στοιχεία που έλκουν την προέλευσή τους από το rock ‘n roll ακόμη και από την jazz.

Τα μέλη του συγκροτήματος κυκλοφορούσαν στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας και τα έπιναν στα ροκ στέκια, δίνοντας μια αίσθηση ανθρώπων προσιτών, καθημερινών και όχι τυπικών σταρ του μουσικού στερεώματος.

Η ποίηση στη μουσική τους

Το σημείο που τους ξεχωρίζει ως γκρουπ είναι η σχέση τους με την ποίηση. Ο Θάνος άρχισε από μικρή ηλικία να εκδηλώνει την αγάπη του για τη λογοτεχνία. Τα πρώτα βιβλία με τα οποία ήρθε σε επαφή ήταν αυτά που έβρισκε στα ράφια του πατρικού του σπιτιού. Τα Άπαντα του Ντοστογιέφσκι, το Κεφάλαιο του Μαρξ, τα Άπαντα του Βάρναλη, του Ρίτσου και μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν.

Στην πορεία, βρήκε συντροφιά στο έργο και άλλων ποιητών και λογοτεχνών: Ρεμπώ, Κάφκα, Πόε, Μπωντλαίρ, Μπουκόφσκι, Καββαδίας, Καρυωτάκης και Πολυδούρη. Από μουσικούς και στιχουργούς έτρεφε μια ιδιαίτερη εκτίμηση στους Tom Waits, Nick Cave, Ian Curtis, ενώ ο πρώτος δίσκος που αγόρασε με δικά του λεφτά ήταν το «Space Oddity» του David Bowie.

Στίχοι ποιητών κλασσικών και νεότερων βρήκαν απάγκιο στη μουσική των Κρίνων: Καψάλης, Σολωμός, Ουράνης, Λίνος Ιωαννίδης. Και το ευχάριστα περίεργο ήταν ότι οι στίχοι αυτοί βρήκαν ευήκοα ώτα όταν δοκιμάστηκαν στη νεολαία της εποχής, που περπάτησε μαζί με το συγκρότημα σε όλη την πορεία του.

Τα χρόνια της μοναχικής πορείας

Το 2009, αμέσως μετά τη διάλυση των Κρίνων, ο Ανεστόπουλος παρουσιάζει σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες το μουσικό project «Οι ποιητές γυμνοί τραγουδούν», το οποίο είναι βασισμένο σε ανέκδοτες ακουστικές αποδόσεις του συγκροτήματος, σε καινούρια τραγούδια του και μελοποιήσεις αγαπημένων του ποιητών. Το 2012 θα κυκλοφορήσει τον πρώτο του προσωπικό δίσκο με τίτλο «Ως το τέλος», και θα συνεχίσει τις live εμφανίσεις του σε διάφορα μπαρ, που πολλές φορές θα συνοδευτούν από έκθεση ζωγραφικής με έργα του ίδιου.

Στα χρόνια της σόλο καριέρας του, ο Θάνος Ανεστόπουλος θα συμμετάσχει σε πολλές συναυλίες με κοινωφελή χαρακτήρα, ενώ παράλληλα τραγούδια του θα συμπεριληφθούν σε ταινίες μικρού μήκους, αλλά και ένα τραγούδι του θα συμπεριληφθεί στην παράσταση «Δον Ζουάν» του Εθνικού Θεάτρου. Το 2015 θα κυκλοφορήσει και η ποιητική του συλλογή «Αρχίζω με το σ’ αγαπώ».

Ένα άσχημο νέο

Τον Μάιο του 2015 ο Θάνος Ανεστόπουλος με μια ανάρτησή του στο διαδίκτυο, που είχε τίτλο «Θέλω να μοιραστώ μαζί σας», γνωστοποίησε πως έπασχε από μεταστατικό καρκίνο των οστών.

«Επιθυμώ να αρθρώσω αυτήν την ασθένεια και να το μοιραστώ μαζί σας, παρά να συνεχίσω να αποφεύγω την αλήθεια. Πάσχω από μεταστατικό Καρκίνο των Οστών. Ζω το στάδιο της αποδοχής αυτής της νέας καθημερινότητας που είναι γεμάτη από όμορφες και άσχημες διαπιστώσεις» έγραψε χαρακτηριστικά.

«Είμαι σε μια δύσκολη μάχη, μα νιώθω δυνατός και μαχητής και ελπίζω να βγω νικητής από αυτήν. Θέλω να σας στείλω όλη τη θετική μου ενέργεια. Ζήστε την κάθε σας μέρα με αλήθεια, έρωτα, αγώνα και δημιουργία. Ζήστε την κάθε ημέρα σας σαν να ήταν η τελευταία σας. Γιατί συχνά στην καθημερινότητα μας μεγεθύνουμε μικρά προβλήματα παραμερίζοντας και ξεχνώντας τι σπουδαίο και μεγάλο δώρο είναι η ζωή που μας δόθηκε» κατέληξε, δίνοντας μια ασυνήθιστη διάσταση στην αντιμετώπιση της ασθένειάς του.

Την ανακοίνωσή του ακολούθησε ένα κύμα θλίψης και συμπαράστασης που αποκορυφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2015. Τότε διοργανώθηκε στην Τεχνόπολη στο Γκάζι η συναυλία που έφερε τον τίτλο «Και η αγάπη πάλι θα καλεί» και βρήκε στη σκηνή για μία ακόμη φορά σύσσωμα τα Διάφανα Κρίνα μαζί με μουσικούς φίλους τους: Γιάννης Αγγελάκας, The Last Drive, Αλκίνοος Ιωαννίδης.

Τις μέρες αυτές πέρασαν από το Γκάζι χιλιάδες κόσμου. Μεταξύ τους νέοι που δεν πρόλαβαν το συγκρότημα στην ακμή του, μεσόκοποι που αναριγούσαν στην ανάμνηση της πρώτης τους νιότης ντυμένης με τις νότες και τους στίχους των Κρίνων και άλλοι που έφτασαν ως εκεί απλά από περιέργεια ή για να παρευρεθούν στην παράξενη αυτή μυσταγωγία, τη γιορτή της ζωής και την εξοβελισμό του θανάτου.

Ο Θάνος Ανεστόπουλος έδωσε το σύνθημα και το νόημα σε αυτά τα βράδια λέγοντας: «Ζούμε όση ζωή θελήσουμε να ζήσουμε, είμαστε τα Διάφανα Κρίνα».

Αντί επιλόγου

Το αφιέρωμα αυτό είναι ένα παλιό χρέος σε έναν άνθρωπο που συντρόφεψε πολλές σκοτεινές στιγμές όσο ζούσε και φώτισε την ίδια την έννοια την έννοια της ζωής πεθαίνοντας. Και δεν θα μπορούσε να τελειώσει παρά με τα λόγια του καταραμένου αυτού ποιητή, κρυμμένου μέσα στο μαύρο του παλτό.

«Ας τραγουδήσουμε για αυτά που θα έπρεπε να φέγγουν, για όσα αγρυπνήσαμε, για τα χαμένα κορίτσια, τις μοιραίες γυναίκες. Ας χλευάσουμε την παντοδυναμία των θεών. Ας θυμηθούμε το παρελθόν που έντρομο κρύφθηκε στην έρημη ψυχή μας. Κάτι μεγάλα καρφιά που μας πληγώνουν τα χέρια και μας κεντούν το τέλος, ας τα πετάξουμε σε στεγνωμένο πέλαγος να λιώσουν. Να πάμε εκεί που θα βρούμε εξαίσια μονοπάτια που θα ανθίζουνε τα φλογισμένα βήματά μας, που θα κτυπιέται η σκέψη μας με τον ανθό του ονείρου. Και η αγάπη θα μας κρατάει το χέρι μέχρι να βγούμε έξω, έξω, έξω στο φως, στο δικό μας φως, εκεί που δεν μπορούν να μας στερήσουνε ούτε το όνειρο ούτε τον αγώνα».


Πηγή