Σάββατο , 27 Απρίλιος 2024

Τουρκία: Γιατί προηγείται ο Ερντογάν, τα λάθη Κιλιτσντάρογλου -Ο Σπύρος Α. Σοφός (LSE) γράφει για το iefimerida

Στις 14 Μαΐου, 65 εκατομμύρια Τούρκοι πολίτες συνέρρευσαν στις κάλπες για να εγκρίνουν το εγχείρημα επαναπροσδιορισμού της Τουρκικής Δημοκρατίας κατά την εικόνα που συνέταξε σε μεγάλο βαθμό ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ή για να αποφανθούν εάν η χώρα θα ακολουθήσει διαφορετικό δρόμο.

Οι εκλογές περιστράφηκαν γύρω από αντιπαράθεση ανταγωνιστικών, δημοψηφισματικών, πλειοψηφικών και αυταρχικών αντιλήψεων της «δημοκρατίας», αφενός, και ενός οράματος μιας δημοκρατίας βασισμένης στη διαφορετικότητα, τον διάλογο και τον σεβασμό του «άλλου», αφετέρου.

Η
πρώτη πρόταση έχει υιοθετηθεί από την
ηγεσία του ΑΚΡ τα τελευταία δεκαπέντε
χρόνια.
Αφού αρχικά υποστήριξε το εύθραυστο
κοινοβουλευτικό σύστημα της χώρας, το
ΑΚΡ διολίσθησε γρήγορα προς την υιοθέτηση
ενός προσωποπαγούς μοντέλου προεδρικής
ηγεσίας απαλλαγμένου από τη διαμεσολάβηση
κοινοβουλευτικών «λεπτοτήτων», όπως
φαίνεται στις αναφορές του Ερντογάν
στην αφηρημένη βούλησητου
Έθνους

ως νομιμοποιητικό παράγοντα της
συστηματικής αμφισβήτησης του
Συνταγματικού Δικαστηρίου – του
τελευταίου θεσμού που αντιτάχθηκε σε
μη σύννομες επιλογές του. Ο Ερντογάν
συχνά δίνει προτεραιότητα στα δικαιώματα
του έθνους/λαού, μιας συλλογικότητας
που είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, σε
αντίθεση με τα ατομικά δικαιώματα των
πολιτών και τα «εγωιστικά συμφέροντα»
των κοινωνικών μειονοτήτων, των
οποίων η εκπροσώπηση ήταν
επιζήμια για την «ενότητα του λαού».

Αυτές οι
αντιλήψεις βρίσκονται στον πυρήνα ενός
συγκεντρωτικού προεδρικού συστήματος
και μιας αυταρχικής προσέγγισης, όπου
εκφράσεις διαφωνίας, όπως οι
διαμαρτυρίες του
πάρκου Γκεζί το 2013 ή η πρωτοβουλία των
Ακαδημαϊκών
για την Ειρήνη,
ποινικοποιήθηκαν και καταστάλθηκαν
βίαια. Το ΑΚΡ προήδρευσε της δίωξης και
φυλάκισης της αριστερής, φιλοκουρδικής
ηγεσίας και στελεχών του Δημοκρατικού
Κόμματος των Λαών
(HDP), της καταστολής της κοινωνίας των
πολιτών, των μαζικών εκκαθαρίσεων μετά
το πραξικόπημα του 2016 και της κατάστασης
πολέμου εναντίον των Κούρδων πολιτών
της Τουρκίας μετά την κατάρρευση της
ειρηνευτικής διαδικασίας
μεταξύ
της κυβέρνησης και του Κουρδικού
κινήματος.

Τουρκία-επίσημα αποτελέσματα: 49,62% ο Ερντογάν, 44,89%, ο Κιλιτσντάρογλου -Ανακοινώθηκε β’ γύρος 28 Μαΐου

Ερντογάν «δαγκωτό» ψήφισαν στις σεισμόπληκτες περιοχές της Τουρκίας -Τι τους έταξε

Τα
σημάδια ενός εναλλακτικού, πιο
πλουραλιστικού οράματος ήταν διακριτά
στην περίπτωση «δημοκρατικών
θυλάκων»
όπως ο Μητροπολιτικός Δήμος της
Κωνσταντινούπολης
(İBB), υπό τον
δήμαρχο
της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου.
Πρόσφατα,
μια
παρόμοια προσέγγιση της δημοκρατίας
ήταν ορατή στον λόγο του κύριου αντίπαλου
του Ερντογάν,
και
ηγέτη
του Ρεπουμπλικανικού
Λαϊκού Κόμματος (CHP), Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου,
ο οποίος

παραμερίζοντας
τις
καταπιεστικές και αυταρχικές τάσεις
και τη δυσπιστία του κόμματός του προς
τις μειονότητες – εξέφρασε
την αλληλεγγύη του στους Κούρδους
πολίτες

της Τουρκίας
και δήλωσε ότι οραματίζεται μία Τουρκία
ανοιχτή στη διαφορετικότητα.

Η καταμέτρηση των ψήφων δείχνει πως ο Κιλιτσντάρογλου δεν κατόρθωσε να επικρατήσει στον πρώτο γύρο της αναμέτρησης για το προεδρικό αξίωμα, με τον Ερντογάν να προηγείται συγκεντρώνοντας το 49% έναντι 45% της αντιπολίτευσης η οποία μάλλον δεν θα μπορέσει να αυξήσει τα ποσοστά της στον δεύτερο γύρο. Τούτου λεχθέντος, το ΑΚΡ το οποίο έχει ιστορία παρατυπιών στην καταμέτρηση ψήφων και στην εκλογική διαδικασία και αυτή την φορά έχει καταθέσει ενστάσεις σε περιφέρειες όπου η αντιπολίτευση φαίνεται να έχει σημαντικό προβάδισμα ώστε να κερδίσει στις εντυπώσεις. Το 2022, σε συνεργασία με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP), εφήρμοσε μεταρρυθμίσεις όσον αφορά την επιλογή δικαστών του Ανώτατου Εκλογικού Συμβουλίου (YSK). Το YSK ενεπλάκη επίσης στη δίωξη του μέχρι πρόσφατα επίδοξου προεδρικού υποψηφίου İmamoğlu για προσβολή κρατικών αξιωματούχων που οδήγησε στην επιβολή ποινής φυλάκισης του και απαγόρευσης «πολιτικής δραστηριότητας». Μια συνεχιζόμενη δίωξη εναντίον του αριστερού και φιλοκουρδικού HDP βρίσκεται σε εξέλιξη με το κόμμα να αντιμετωπίζει απαγόρευση της λειτουργίας του και αποκλεισμό του πολιτικού του προσωπικού από την πολιτική για πέντε χρόνια. Τον Οκτώβριο του 2022, ψηφίστηκε ο λεγόμενος «νόμος λογοκρισίας» για την ποινικοποίηση της «παραπληροφόρησης» (ουσιαστικά κριτική στην κυβέρνηση) και την καθιέρωση αυστηρού ελέγχου στους διαδικτυακούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους σε ένα τοπίο πληροφοριών όπου όλα τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται ήδη από το ΑΚΡ.

Αλλά,
εκτός από το ότι το ΑΚΡ ρύπανε τον δρόμο
προς την προεδρία με διαδικαστικά
εμπόδια, πρέπει
να ληφθούν
υπόψη
και άλλοι παράγοντες
για να κατανοηθεί,

όχι μόνο το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου
των εκλογών αλλά και το πολιτικό τοπίο
μετά τις εκλογές.
Η
αντιπολίτευση, μια ετερόκλητη συμμαχία
κομμάτων ενωμένων στη βάση της βούλησής
τους
να θέσουν
τέλος
στην εποχή του Ερντογάν, κατάφερε να
συμφωνήσει σε ορισμένες ασαφείς πολιτικές
κατευθύνσεις, αλλά στερήθηκε
ενός συνεκτικού θετικού οράματος
πέρα από την
κατάργηση των πολιτικών του Ερντογάν.
Ο
Κιλιτσντάρογλου προσπάθησε (μάλλον
αργά στην προεκλογική αντιπαράθεση) να
αντισταθμίσει αυτό το έλλειμμα μέσω
μιας σειράς ομιλιών
για
την Τουρκία που οραματίζεται, αλλά το
όραμά του αυτό δεν προσυπογράφεται από
τον συνασπισμό του.
Το
ίδιο το κόμμα του, το CHP, είναι διαιρεμένο,
ιστορικά καθοδηγούμενο από το όραμα
μιας ενιαίας Τουρκίας όπου ο κουρδικός
ακτιβισμός αποτελεί απειλή. Πολλοί
οπαδοί του κόμματος προτιμούν
τον
χαρισματικό Ιμάμογλου, του οποίου η
αναμφίβολη εκτίμηση της ποικιλομορφίας
της Τουρκίας συμπληρώνεται από μια πιο
προσωποπαγή ηγεσία και λαϊκιστικό στυλ
σε μια εποχή που οι θεσμοί της
κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας χρειάζονται
επειγόντως αναζωογόνηση.
Η αρχηγός του İYİ (του δεύτερου μεγαλύτερου
κόμματος του συνασπισμού) Μεράλ
Ακσενέρ,
πιο θετικά προδιατεθειμένη προς το
στυλ του Ιμάμογλου,
δίστασε να υποστηρίξει την
υποψηφιότητα
του Κιλιτσντάρογλου
και εξέφρασε τις επιφυλάξεις του κόμματός
της για ένα άνοιγμα
στον κουρδικό πληθυσμό της χώρας.
Το İYİ, ένα παρακλάδι του υπερεθνικιστικού
MHP, αντιπροσωπεύει για κάποιους μια πιο
πολιτισμένη εκδοχή του αταβιστικού
εθνικισμού του δευτέρου και κατηγορείται
για ξενοφοβικό, αντιμειονοτικό εκφοβισμό.

Και έπειτα,
πέρα από το πολιτικό χάσμα, υπάρχει το
ΑΚΡ, ένα κόμμα αποτελεσματικό στην
οικοδόμηση μιας ατμόσφαιρας κρίσης
και αισθήματος αδικίας, που εγείρει
συνεχώς το (όχι αβάσιμο) ζήτημα της
περιφρόνησης
και περιθωριοποίησης της εκλογικής
του βάσης
από το «κατεστημένο» και τις ελίτ που
ταυτίζει με την αντιπολίτευση. Ο
Ερντογάν παρουσίασε με
επιτυχία το κόμμα του ως το κόμμα των
καταπιεσμένων, των αποκλεισμένων από
τα οφέλη της οικονομικής προόδου, των
εκπαιδευτικών ευκαιριών και της πολιτικής
έκφρασης που παρέχεται στους «Λευκούς
Τούρκους», δικαιούχους της τάξης
πραγμάτων που έθεσε ως στόχο να ανατρέψει,
και έχει καλλιεργήσει έναν ισχυρό φόβο
για το status
quo ante
.
Αυτός ο φόβος, σε συνδυασμό με την σχετική
ευμάρεια που έφεραν οι πολιτικές του
ΑΚΡ στις επαρχίες της Ανατολίας φαίνεται
πως συσπείρωσε ένα σημαντικό ποσοστό
της εκλογικής βάσης του και αποδυνάμωσε
τα καθησυχαστικά μηνύματα της
αντιπολίτευσης.

Η
αντιπολίτευση δεν φαίνεται να έχει
καταφέρει να παράσχει μια αποτελεσματική
εναλλακτική λύση, αλλά και να αντιμετωπίσει
το όραμα και τον λαϊκισμό του Ερντογάν.
Δεν μπόρεσε να πείσει πως έχει
εγκαταλείψει τις δικές της αυταρχικές
τάσεις, τη δυσπιστία της προς τον «λαό»
στον οποίο απευθύνεται
με επιτυχία ο
Ερντογάν
– τους «μουσουλμάνους», τους «φτωχούς»
και τους «κατατρεγμένους» της ενδοχώρας
της Τουρκίας, και δεν μπόρεσε να
καθυσηχάσει τους φόβους τους ώστε να
εγκαταλείψουν
τον «προστατευτικό»,
πατερναλιστικό
εναγκαλισμό του. Στο πεδίο της εξωτερικής
πολιτικής ο συνασπισμός των έξι κομμάτων
της αντιπολίτευσης κατανόησε πως η
ανατροπή των κατευθύνσεων που έχει
χαράξει ο Ερντογάν αποτελεί ένα πολύπλοκο
εγχείρημα: ο υποσχόμενος από τον
Κιλιτσντάρογλου στόχος
της πλήρους ένταξης στην Ευρωπαϊκή
Ένωση δεν έχει προοπτική βραχυπρόθεσμα
ή μεσοπρόθεσμα. Οι διαβεβαιώσεις της
αντιπολίτευσης ως προς τον δυτικό
προσανατολισμό της, δεν αποκλείουν την
συνέχιση διαλόγου με τη Ρωσία ενώ η
αποχώρηση από την Συρία, και η αλλαγή
πολιτικής στη Λιβύη (και στην Ανατολική
Μεσόγειο) δεν είναι άμεσα εφικτές ή και
επιθυμητές σύμφωνα με ορισμένα μέλη
του συνασπισμού. Οι οριακές διαφοροποιήσεις
από το ΑΚΡ
σε αυτόν τον τομέα επέτρεψαν στον
Ερντογάν
να διατηρήσει μεταξύ των οπαδών του το
πλεονέκτημα της πολύχρονης εμπειρίας
του και της
ιδιότητας του
ως συγγραφέα μίας πολυδιάστατης
«επιτυχημένης» εξωτερικής πολιτικής.
Από την άλλη πλευρά, η επικράτηση του
Ερντογάν δεν θα πρέπει να επισκιάσει
την διολίσθηση της Τουρκικής πολιτικής
προς τον εθνικισμό. Το υπερεθνικιστικό
MHP
του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, συμμάχου του
Ερντογάν,
ενίσχυσε την θέση του στον κυβερνητικό
σχηματισμό, όπως και το İYİ
στην αντιπολίτευση, ο Σινάν Ογάν,
προερχόμενος από τον ίδιο εθνικιστικό
χώρο, προσέλκυσε πάνω από 5% των ψηφοφόρων
αποκτώντας ρόλο ρυθμιστή των εξελίξεων.
Οι συνέπειες της ενίσχυσης της άκρας
δεξιάς θα γίνουν αισθητές στο πεδίο της
εξωτερικής πολιτικής (συμπεριλαμβανομένων
των σχέσεων με την Ελλάδα και του
Κυπριακού, του κουρδικού ζητήματος και
της συνεχιζόμενης απομάκρυνσης της
Τουρκίας από την
Ευρωατλαντική
αρχιτεκτονική. Στο εσωτερικό της χώρας
η θέση των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙ+,
εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων
θα συνεχίσει να υποσκάπτεται. Καθώς η
διαχείρηση της οικονομίας θα απαιτήσει
πολιτικές λιτότητας, η παραγωγή κρίσεων
στο εσωτερικό και στο διεθνές πεδίο
ίσως να παίξει κεντρικό πόλο σε μία
στρατηγική αντιπερισπασμών και
αποπροσανατολισμού του κοινού.

Για την
αντιπολίτευση, σε ένα τέτοιο μετεκλογικό
σκηνικό, το αιτούμενο είναι η αναθεώρήση
της στάσης της ως προς τις κοινωνικές
ομάδες που διστάζουν να εγκαταλείψουν
τον Ερντογάν
και η εγκατάλειψη της νοσταλγίας της
για έναν ανέφικτο πλέον Κεμαλισμό.

*Ο Σπύρος Α. Σοφός είναι Senior Fellow στο Κέντρο Μεσοανατολικών Μελετών του London School of Economics and Political Science. Τα βιβλία του περιλαμβάνουν το Turkish Politics and ‘The People’ Mass Mobilisation and Populism (Edinburgh UP 2022), το Islam in Europe: Public Spaces and Civic Networks (Palgrave 2013) και το Tormented by History: Nationalism in Greece and Turkey (Hurst 2008) μεταφρασμένο ως Το Βάσανο της Ιστορίας (Καστανιώτης 2008).




Πηγή