Πέμπτη , 25 Απρίλιος 2024

Γιατί το να μιλάμε σε αγνώστους μπορεί να μας κάνει πιο έξυπνους

Σε έναν καχύποπτο κόσμο, πολλοί από εμάς διστάζουν να αλληλεπιδράσουν με αγνώστους.

Αλλά το να μιλάμε με ανθρώπους που δεν έχουμε συναντήσει ποτέ πριν, ακόμη και σε περαστικές αλληλεπιδράσεις, μπορεί να μας κάνει σοφότερους και πιο ευτυχισμένους.

«Ο κίνδυνος του ξένου»

Πολλοί άνθρωποι που μεγάλωσαν στην Αμερική τη δεκαετία του 1980, μεγάλωσαν με το να φοβούνται τους ξένους. Ο «κίνδυνος του ξένου» ήταν μόδα εκείνες τις μέρες. Η γονική ανησυχία και η φυσική επιφυλακτικότητα της ανθρωπότητας απέναντι στους ξένους υπερφορτώθηκαν από την εντυπωσιακή κάλυψη των μέσων ενημέρωσης και την κατακόρυφη πτώση των επιπέδων κοινωνικής εμπιστοσύνης, η οποία εξελίχθηκε σε έναν πλήρη ηθικό πανικό.

Τι προκαλεί η αϋπνία

«Λύστε σταυρόλεξα για να προστατέψετε τη μνήμη σας», προτρέπει τους ηλικιωμένους αμερικανική έρευνα

Αστυνομικοί, δάσκαλοι, γονείς, θρησκευτικοί ηγέτες, πολιτικοί, προσωπικότητες των μέσων ενημέρωσης και οργανισμοί παιδικής πρόνοιας παραμέρισαν τις διαφορές τους και συνεργάστηκαν για να διαδώσουν το μήνυμα ότι η αλληλεπίδραση με έναν ξένο μπορεί να θέσει τα παιδιά σε κίνδυνο.

Ενώ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ορισμένοι άνθρωποι έχουν τραυματικές εμπειρίες με αγνώστους, ο «κίνδυνος από αγνώστους» στερούνταν πραγματικής στατιστικής βάσης. Τότε, όπως και τώρα, η πλειονότητα των σεξουαλικών και βίαιων εγκλημάτων κατά των παιδιών (και των ενηλίκων, για την ακρίβεια) διαπράττονται από άτομα που είναι γνωστά στο θύμα: συγγενείς, γείτονες και οικογενειακοί φίλοι. Οι απαγωγές από μη μέλη της οικογένειας -στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες όπου ένα παιδί απάγεται από κάποιον άγνωστο σε αυτό- αντιπροσωπεύουν μόλις το 1% των περιπτώσεων εξαφάνισης παιδιών που αναφέρονται στο Εθνικό Κέντρο για τα Εξαφανισμένα Παιδιά και τα Παιδιά που τα Εκμεταλλεύονται, στις ΗΠΑ.

Θα μπορούσε, ωστόσο, αυτός ο τρόπος σκέψης να έχει επηρεάσει τις αλληλεπιδράσεις μας στη μετέπειτα ζωή για πολλούς από εμάς; Μήπως χάσαμε κάτι πολύτιμο; αναρωτιέται ο Joe Keohane από το BBC.

μία νεαρή γυναίκα κοιτά καχύποπτα έναν άνδρα
Ο κίνδυνος του ξένου έχει κυριαρχήσει για πολλές δεκαετίες

Πόσο μας έχει επηρεάσει η διδασκαλία ότι οι άγνωστοι είναι και επικίνδυνοι…

Ορισμένοι κοινωνικοί επιστήμονες πιστεύουν πως η διδασκαλία στα παιδιά ότι κυριολεκτικά όλοι στον κόσμο που δεν είχαν γνωρίσει είναι επικίνδυνοι μπορεί να ήταν ενεργά επιβλαβής. Η πολιτική επιστήμονας Dietlind Stolle, από το Πανεπιστήμιο McGill στον Καναδά, υποστήριξε ότι δεκαετίες τέτοιων μηνυμάτων μπορεί να έχουν βλάψει την ικανότητα μιας ολόκληρης γενιάς να εμπιστεύεται τους άλλους ανθρώπους. Αυτό είναι προβληματικό – η εμπιστοσύνη αποτελεί το κλειδί για τη λειτουργία πολλών κοινωνιών.

«Πόσες κοινωνικές ή οικονομικές ευκαιρίες χάνουμε απλώς και μόνο επειδή φοβόμαστε τους ξένους;» αναρωτήθηκε η Stolle. «Αν και δεν υποστηρίζω να πλησιάζουν οι ξένοι τα παιδιά ή το αντίστροφο», σημειώνει ο Keohane, «πιστεύω ότι, ως ενήλικοι, θα πρέπει να ξανασκεφτούμε τα οφέλη της ασφαλούς ομιλίας με αγνώστους».

«Για αρκετά χρόνια ερευνούσα γιατί δεν μιλάμε σε αγνώστους και τι συμβαίνει όταν το κάνουμε, για το βιβλίο μου, The Power of Strangers (Η δύναμη των ξένων): The Benefits of Connecting in a Suspicious World (Τα οφέλη της σύνδεσης σε έναν καχύποπτο κόσμο). Αυτή η προσπάθεια με έβαλε στην παρέα ανθρωπολόγων, ψυχολόγων, κοινωνιολόγων, πολιτικών επιστημόνων, αρχαιολόγων, αστικών σχεδιαστών, ακτιβιστών, φιλοσόφων και θεολόγων, καθώς και εκατοντάδων τυχαίων αγνώστων με τους οποίους μιλούσα όπου κι αν πήγαινα», προσθέτει.

«Χάνουμε πολλά με το να φοβόμαστε τους αγνώστους»

«Αυτό που έμαθα ήταν το εξής: χάνουμε πολλά με το να φοβόμαστε τους ξένους. Το να μιλάμε σε αγνώστους -υπό τις κατάλληλες συνθήκες- είναι καλό για εμάς, καλό για τις γειτονιές μας, τις πόλεις μας, τα έθνη μας και τον κόσμο μας. Το να μιλάτε με αγνώστους μπορεί να σας διδάξει πράγματα, να σας εμβαθύνει, να σας κάνει καλύτερους πολίτες, καλύτερους στοχαστές και καλύτερους ανθρώπους. Είναι ένας καλός τρόπος να ζεις. Αλλά είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Σε έναν ταχέως μεταβαλλόμενο, απείρως πολύπλοκο, λυσσαλέα πολωμένο κόσμο, είναι ένας τρόπος επιβίωσης».

Για περισσότερα από 6.000 χρόνια οι άνθρωποι ζουν σε πόλεις – μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης που χαρακτηρίζεται από την υπερπληθώρα ξένων. Αλλά μόλις πρόσφατα οι ψυχολόγοι άρχισαν να μελετούν τι συμβαίνει όταν μιλάμε σε όλους αυτούς τους απρόσωπους ξένους που μας περιβάλλουν καθημερινά.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα πειραμάτων

Το 2013 οι ψυχολόγοι Gillian Sandstrom, του Πανεπιστημίου του Σάσεξ στο Ηνωμένο Βασίλειο, και Elizabeth Dunn, του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας, δημοσίευσαν το αποτέλεσμα ενός πειράματος, στο οποίο έβαλαν 30 ενηλίκους να χαμογελάσουν και να μιλήσουν στον barista τους σε μια καφετέρια στο Τορόντο και 30 ακόμη να κάνουν τη συναλλαγή τους όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά.

«Οι άνθρωποι είναι αξιοσημείωτα απαισιόδοξοι για σχεδόν κάθε πτυχή της συνομιλίας με αγνώστους», έγραψε η Sandstrom, αλλά αυτή η απαισιοδοξία φαίνεται να είναι αδικαιολόγητη. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη που αλληλεπιδρούσαν όταν αγόραζαν τον καφέ τους ανέφεραν ότι ένιωθαν ισχυρότερη αίσθηση του ανήκειν και βελτιωμένη διάθεση σε σχέση με εκείνους που δεν μιλούσαν στον ξένο. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα: «Την επόμενη φορά που θα χρειαστείτε μια μικρή αναζωογόνηση, ίσως σκεφτείτε να αλληλεπιδράσετε με τον barista των Starbucks… εξορύσσοντας έτσι αυτή την άμεσα διαθέσιμη πηγή ευτυχίας».

μία γυναίκα δίνει οδηγίες σε μια άλλη
Όσοι μίλησαν σε ξένους την ώρα που μετακινούνταν ένιωσαν πολύ όμορφα στη συνέχεια

Το να μαζέψετε το κουράγιο να πιάσετε κουβέντα με έναν άγνωστο μπορεί να σας φανεί δύσκολο αν σκεφτείτε ότι συνήθως είναι κάτι που δεν γίνεται για πολλούς από εμάς. Οι επιστήμονες συμπεριφοράς Nicholas Epley και Juliana Schroeder, του Πανεπιστημίου του Σικάγου, ζήτησαν από τους εργαζομένους να μιλήσουν σε αγνώστους στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στα ταξί και στις αίθουσες αναμονής – μέρη όπου ο κοινωνικός κανόνας στο Σικάγο είναι κατά της συνομιλίας. Όπως είναι λογικό, οι περισσότεροι συμμετέχοντες προέβλεψαν ότι αυτές οι αλληλεπιδράσεις θα πήγαιναν άσχημα. Φοβούμενοι να παραβιάσουν έναν κοινωνικό κανόνα, ανησυχούσαν πως ο ξένος θα δυσανασχετούσε με την εισβολή και θα τους απέρριπτε, και οι μετακινήσεις τους θα ήταν ακόμη πιο δυσάρεστες από ό,τι ήταν ήδη.

Ωστόσο, όταν οι συμμετέχοντες βγήκαν έξω και ασχολήθηκαν πραγματικά με τους ανθρώπους, διαπίστωσαν ότι οι άγνωστοι ήταν εκπληκτικά δεκτικοί, περίεργοι και ευχάριστοι. «Οι άνθρωποι που μετακινούνταν φάνηκε να πιστεύουν πως το να μιλήσουν σε έναν άγνωστο εμπεριείχε σημαντικό κίνδυνο κοινωνικής απόρριψης», έγραψαν οι Epley και Schroeder. «Απ’ όσο μπορούμε να πούμε, δεν εγκυμονούσε κανέναν απολύτως κίνδυνο».

Αντιθέτως, οι συμμετέχοντες που μίλησαν με αγνώστους ανέφεραν πως οι συζητήσεις ήταν ευχάριστες, ενδιαφέρουσες και διήρκεσαν περισσότερο απ’ ό,τι είχαν προβλέψει και έκαναν τις μετακινήσεις τους πιο ευχάριστες. Οι Epley και Schroeder προσθέτουν ότι αυτό υποδηλώνει μια «βαθιά παρανόηση των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων», καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «οι άνθρωποι μπορεί να είναι κοινωνικά ζώα, αλλά μπορεί να μην είναι πάντα αρκετά κοινωνικοί για την ευημερία τους».

Για να μη χρεωθούν αυτά τα αποτελέσματα στη φιλικότητα των μεσοδυτικών Αμερικανών, οι Epley και Schroeder διεξήγαγαν το ίδιο πείραμα σε μια λιγότερο φιλική ιστορικά περιοχή και έβαλαν τους συμμετέχοντες να συνομιλήσουν με αγνώστους στα μέσα μαζικής μεταφοράς στο Λονδίνο – μια προοπτική που πολλοί Λονδρέζοι αντιμετωπίζουν με ένα μείγμα περιφρόνησης και τρόμου (και ένα μέρος όπου ακόμη και η οπτική επαφή συνήθως αποφεύγεται). Ωστόσο, οι Epley και Schroeder είδαν τα ίδια αποτελέσματα. Οι συνομιλίες πήγαιναν αξιοσημείωτα καλά.

Έκτοτε το αποτέλεσμα επαναλήφθηκε σε άλλες χώρες με τη συμμετοχή ποικίλων συμμετεχόντων. Τα ευρήματα αυτών των ερευνών ήταν αξιοσημείωτα συνεπή: πολλοί άνθρωποι φοβούνται να μιλήσουν σε αγνώστους, αλλά, όταν το κάνουν, τείνουν να φεύγουν νιώθοντας καλά: πιο ευτυχισμένοι, λιγότερο μοναχικοί, πιο αισιόδοξοι, με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση και με ισχυρότερη αίσθηση του ανήκειν στις κοινότητές τους. Αρκετοί ειδικοί, καθώς και μέλη του κοινού που μιλούν σε αγνώστους, είπαν ότι αυτό τους κάνει να αισθάνονται πραγματικά πιο ασφαλείς, παρέχοντας έτοιμη επιβεβαίωση ότι οι άνθρωποι γύρω τους έχουν καλές προθέσεις.

Γιατί οι άνθρωποι νιώθουν άβολα να μιλούν με αγνώστους

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι αισθάνονται άβολα να μιλούν σε αγνώστους. Οι άνθρωποι αναφέρουν ότι ανησυχούν μήπως παραβιάσουν έναν κοινωνικό κανόνα, ότι φοβούνται ότι θα είναι κακοί στο να μιλούν ή ότι δεν θα έχουν τίποτα να πουν, ή ότι αγωνιούν μήπως μιλήσουν σε κάποιον από άλλη ομάδα και τους επιτεθούν ή που θα πουν το λάθος πράγμα.

«Πολλοί παράγοντες συνωμοτούν για να μας εμποδίζουν να μιλάμε μεταξύ μας», προσθέτει ο Keohane. «Σίγουρα, τα smartphones έχουν καταστήσει ευκολότερο από ποτέ το να αποφεύγουμε την αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους στο άμεσο περιβάλλον μας. Και μπορεί να είμαστε εκ φύσεως επιφυλακτικοί στο να πλησιάσουμε κάποιον που μας φαίνεται αναξιόπιστος, ακόμη και αν δεν τον έχουμε συναντήσει ποτέ. Προτιμούμε να συνεργαστούμε με κάποιον που μοιάζει με κάποιον που έχουμε εμπιστευτεί στο παρελθόν, παρά με κάποιον που μοιάζει με έναν αναξιόπιστο πρώην γνωστό.

μία γυναίκα κι ένας άνδρας με μάσκες κάθονται σε απόσταση σε παγκάκι
Η κουβέντα με έναν άγνωστο τις περισσότερες φορές δίνει ένα αίσθημα του ανήκειν

Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι όταν αυτοί οι φόβοι αποτυγχάνουν να επαληθευτούν, οι άνθρωποι ανακουφίζονται. Το ένιωσα κι εγώ ο ίδιος όταν είχα θετικές αλληλεπιδράσεις με αγνώστους». «Νομίζω ότι αυτή η ανακούφιση μπορεί να είναι απλώς η αίσθηση ότι μας έχουν πουλήσει αυτό το μήνυμα ότι ο κόσμος είναι ένα τρομακτικό μέρος», λέει η Sandstrom. «Και μετά κάνεις μια κουβέντα με κάποιο τυχαίο άτομο, η οποία πηγαίνει καλά, και νιώθεις: “Ίσως ο κόσμος να μην είναι τελικά τόσο κακός”».

Αυτό δεν είναι μικρό πράγμα. Σε μια εποχή που τόσο πολλοί άνθρωποι νιώθουν μοναξιά, αποξενωμένοι, αποκλεισμένοι, αποσυνδεδεμένοι, απαισιόδοξοι, τα ευρήματα αυτά είναι τόσο χρήσιμα όσο και καθησυχαστικά. Η αλληλεπίδραση με αγνώστους, έστω και περαστικά, μπορεί να μας βοηθήσει να χτίσουμε ή να ξαναχτίσουμε κοινωνικά δίκτυα, να μας επανασυνδέσει με τις κοινότητές μας και να ενισχύσει την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους γύρω μας. Όπως ανέφερε ένας φοιτητής πανεπιστημίου που συμμετείχε σε ένα από τα πιο πρόσφατα πειράματα της Sandstrom: «Ένιωθα ότι είχα ξεχάσει πώς να κάνω φίλους, αλλά αυτή η μελέτη μού υπενθύμισε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι φιλικοί και ότι πρέπει απλώς να βγεις έξω».

«Ως στρέιτ λευκός άντρας, αναγνώρισα από την αρχή ότι οι αλληλεπιδράσεις μου με αγνώστους μπορεί να είναι λιγότερο επιβαρυμένες από ό,τι για τους ανθρώπους που δεν είναι στρέιτ λευκοί άντρες», υπογραμμίζει ο δημοσιογράφος του BBC. «Έτσι, ενώ έκανα έρευνα για το βιβλίο μου, φρόντισα να μιλήσω με μια μεγάλη ποικιλία ανθρώπων που είχαν εξασκηθεί στο να μιλούν σε αγνώστους. Παρά το διαφορετικό υπόβαθρο και τις διαφορετικές εμπειρίες τους, αναφέρουν ως επί το πλείστον τα ίδια θετικά αποτελέσματα που μπορούν να βρεθούν στην ερευνητική βιβλιογραφία. Αλλά δεν θα τολμούσα να υποθέσω ότι αυτές οι αλληλεπιδράσεις είναι ίδιες για όλους, και σε καμία περίπτωση δεν απορρίπτω τις ανησυχίες των ανθρώπων που είχαν τραυματικές εμπειρίες με αγνώστους. Επιπλέον, προτείνω ανεπιφύλακτα στους άνδρες στη θέση μου να το προσέχουν αυτό όταν συνομιλούν οι ίδιοι με αγνώστους».

νεαρός άνδρας μιλά με δυο γυναίκες
Το να ξεκινήσεις μια κουβέντα με κάποιον που δεν ξέρεις προσφέρει πολλά οφέλη

Συμβουλές για να μιλήσετε με κάποιον που δεν ξέρετε

Η Sandstrom δίνει μερικές, ακόμη, συμβουλές για να μιλήσετε με κάποιον που δεν γνωρίζετε: κάντε μια ανοιχτή ερώτηση για να τον κάνετε να μιλήσει πρώτος και στη συνέχεια απαντήστε με κάτι που έχετε κοινό – υπάρχει λόγος που προεπιλέγουμε να μιλάμε για τον καιρό.

Αλλά αν μπορείτε, αξίζει να προσπαθήσετε. Το να μιλάτε με αγνώστους μπορεί να σας επηρεάσει με βαθύτερους τρόπους από ό,τι ίσως περιμένετε και να επιφέρει πολλά οφέλη για την υγεία σας.

Τα οφέλη του να μιλάς με αγνώστους

Το να μιλάμε σε αγνώστους μπορεί επίσης να μας κάνει σοφότερους, πιο κοσμογυρισμένους και πιο ενσυναισθητικούς, λέει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και κάτοχος της επιχορήγησης MacArthur «genius grant», Danielle Allen. Όταν δίδασκε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, οι συνάδελφοί της προειδοποιούσαν επανειλημμένα την Allen να μείνει μακριά από τη φτωχότερη πλευρά της πόλης. Πιστεύει ότι αυτός ο «φόβος των ξένων στην πραγματικότητα διέβρωνε πολλές από τις διανοητικές και κοινωνικές ικανότητες [των συναδέλφων της]». Αρνήθηκε να μείνει μακριά και έκανε μερικά από τα πιο αξιοθαύμαστα έργα της σε αυτές τις γειτονιές. Έκτοτε έχει αφιερώσει την καριέρα της στην προώθηση συνδέσεων μεταξύ ανθρώπων και ομάδων που διαφορετικά δεν θα αλληλεπιδρούσαν. «Η πραγματική γνώση του τι υπάρχει έξω από τον κήπο μας θεραπεύει τον φόβο», γράφει η Allen, «αλλά μόνο μιλώντας με ξένους μπορούμε να αποκτήσουμε αυτή τη γνώση».

Μιλώντας με αγνώστους, παίρνετε μια γεύση από την εκπληκτική πολυπλοκότητα του ανθρώπινου είδους και την άπειρη ποικιλία των ανθρώπινων εμπειριών. Είναι κλισέ, αλλά βλέπεις τον κόσμο με τα μάτια του άλλου, χωρίς τα οποία η σοφία είναι αδύνατη.

Αλλά δεν είναι εύκολο. Θα ανακαλύψετε ότι πρέπει συνεχώς να επανεξετάζετε τις υποθέσεις σας για τον κόσμο και τη θέση σας σε αυτόν, κάτι που μπορεί να είναι δύσκολο και αποπροσανατολιστικό, αλλά και συναρπαστικό, ακόμη και διασκεδαστικό. Είναι, επίσης, ο τρόπος με τον οποίο αναπτυσσόμαστε ως άτομα και κρατιόμαστε ενωμένοι ως κοινωνίες. Έτσι μαθαίνουμε ο ένας τον άλλον, και μόνο γνωρίζοντας ο ένας τον άλλον μπορούμε ποτέ να ελπίζουμε ότι θα ζήσουμε μαζί.

μία μαύρη γυναίκα μιλά με έναν μαύρο άνδρα
Ενώ η εθιμοτυπία μπορεί να λέει να μη μιλάτε στα μέσα μαζικής μεταφοράς, μπορεί να διαπιστώσετε ότι το να μιλάτε σε έναν ξένο κάνει το ταξίδι σας πιο ενδιαφέρον

«Είναι ειρωνικό το γεγονός ότι, αφού μεγάλωσα με φόβο για τους ξένους, τώρα τους βρίσκω πηγή ελπίδας», συνεχίζει ο Keohane. «Όταν αυτές οι αλληλεπιδράσεις πάνε καλά -και γενικά πάνε καλά- η θετική αντίληψη για τον ξένο μπορεί να γενικευτεί σε καλύτερα συναισθήματα για τους ανθρώπους. Για μένα -και για πολλούς από τους αξιοσέβαστους εμπειρογνώμονες και τους εντελώς ξένους με τους οποίους έχω μιλήσει – καταλήγει σε ένα ζήτημα δεδομένων».

«Αν στήριζα όλες τις αντιλήψεις μου για την ανθρωπότητα σε ό,τι είναι διαθέσιμο μέσω του τηλεφώνου ή του φορητού υπολογιστή μου, θα είχα μια φανταστικά αρνητική άποψη για τους περισσότερους άλλους ανθρώπους. Θα είχα παραλύσει από τον “κίνδυνο των ξένων” και θα ένιωθα απόλυτα δικαιολογημένο το να αποφεύγω αυτούς τους άξεστους, τους παρανοϊκούς, τους υστερικούς, τους εγκληματίες, τους τσαρλατάνους, τους οργισμένους και τους δημαγωγούς. Αντ’ αυτού, όμως, βγήκα στον κόσμο και μίλησα με τους ανθρώπους. Βασίζω την αντίληψή μου για τον κόσμο σε μεγάλο βαθμό σε αυτούς, και ως αποτέλεσμα της συζήτησης με αγνώστους, η προοπτική μου είναι λίγο πιο αισιόδοξη.

«Μου αρέσει η ανθρωπότητα στο σύνολό της περισσότερο, επειδή μιλάω με αγνώστους«, μου είπε η Allen. Ως μαύρη γυναίκα στην Αμερική, οι αλληλεπιδράσεις της μπορεί να είναι πολύ πιο περίπλοκες από τις δικές μου. Παρ’ όλα αυτά, όταν πρόκειται να μιλήσω με αγνώστους, λέει, “τα θετικά υπερτερούν κατά πολύ των αρνητικών”».

Το 2018 το Κέντρο για τα Εξαφανισμένα Παιδιά και τα Παιδιά που τα Εκμεταλλεύονται, στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ -ιστορικά ένας από τους κορυφαίους εκφραστές των μηνυμάτων για τον «κίνδυνο των ξένων» – απέσυρε τελικά τον όρο. Όπως εξήγησε τότε ο Cal Walsh, στέλεχος του κέντρου, στον Keohane: «Προσπαθούμε να ενδυναμώσουμε τα παιδιά ώστε να λαμβάνουν ασφαλείς και έξυπνες αποφάσεις, όχι να τα σημαδεύουμε για όλη τους τη ζωή».

Η απόφασή τους αντανακλάται από άλλες φιλανθρωπικές οργανώσεις για την ασφάλεια των παιδιών σε όλον τον κόσμο.

Φωτογραφίες: Shutterstock


Πηγή