Πέμπτη , 28 Μάρτιος 2024

Το «Βραζιλιάνος τερματοφύλακας» δεν προκαλεί πια γέλιο στην Ευρώπη

Το ποδόσφαιρο για τη Βραζιλία είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό παιχνίδι. Είναι η δική τους υπερηφάνεια, η χαρά της ζωής, ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τον κόσμο. Το περίφημο «Μαρακανάσο» λοιπόν δεν ήταν απλά ένας χαμένος τελικός Μουντιάλ, αλλά μια εθνική τραγωδία. Η μέρα που έκλαψε ολόκληρη η χώρα. Και όπως κάθε τραγωδία, είχε τα θύματά της. Ο Μοασίρ Μπαρμπόζα Νασιμέντο πιθανόν να ήταν το μεγαλύτερο. Ως αποδιοπομπαίος τράγος του χαμένου τελικού από την Ουρουγουάη, ο τότε τερματοφύλακας της Σελεσάο έζησε όλη τη ζωή του απομονωμένος και δακτυλοδεικτούμενος, με τον τίτλο το «φάντασμα του Μαρακανάσο» να τον συνοδεύει. «Η μεγαλύτερη ποινή για ένα έγκλημα στη Βραζιλία είναι 30 χρόνια στη φυλακή. Εγώ πληρώνω για 43 χρόνια ένα έγκλημα που δεν διέπραξα», έλεγε λίγο πριν τον μοναχικό θάνατό του, σε ένα ταπεινό διαμέρισμα του Ρίο Ντε Ζανέιρο.

Το «Μαρακανάσο» έπαιξε ρόλο στην υποτίμηση του ρόλου του τερματοφύλακα για τους Βραζιλιάνους, όμως δεν αποτελεί τον βασικό λόγο. Για τη χώρα που γέννησε το jogo bonito, ο ρόλος του ανθρώπου που θα έπρεπε να σταματά τα σουτ των άλλων, ήταν υποτιμητικός. Το τελευταίο παιδί που επιλεγόταν στις αλάνες γινόταν τερματζής, ενώ καμιά φορά έπαιζαν «πέτρα-ψαλίδι-χαρτί» για το ποιος θα κάτσει κάτω από τα ξύλα. Αργότερα, όταν οι ομάδες ξεκίνησαν να νοικιάζουν γηπεδάκια, ο άνθρωπος που φορούσε γάντια δεν έδινε χρήματα, καθώς είχε ήδη… πληρώσει. Με εξαίρεση τον Ζιλμάρ, που προστάτευε την εστία της Σελεσάο στα Παγκόσμια Κύπελλα του ’58 και του ’62, οι τερματοφύλακες θεωρούνταν ως ο αδύναμος κρίκος στις εθνικές των «καναρινιών».

Η αίσθηση της κατωτερότητας προερχόταν αρκετές φορές από κρίσεις Ευρωπαίων. H Βραζιλία του 1970, που θεωρείται από αρκετούς ως η κορυφαία όλων των εποχών, είχε κάτω από την εστία της τον Φέλιξ, για τον οποίο ο πρώην τερματοφύλακας της Άρσεναλ και της Σκωτίας, Μπομπ Γουίλσον είχε πει πως «είναι ο λιγότερο ανταγωνιστικός τερματοφύλακας που κατακτά Μουντιάλ». Οι συμπαίκες του Κάρλος Αλμπέρτο και Ζαϊρζίνιο τον είχαν υπερασπιστεί δημόσια, θυμίζοντας μερικές χαρακτηριστικές επεμβάσεις του.

Το μοτίβο του μη αξιόπιστου Βραζιλιάνου τερματοφύλακα καθιερώθηκε στην Ευρώπη, με πολλούς να πιστεύουν ότι οι Ευρωπαίοι σκάουτς μεροληπτούσαν εις βάρος τους, μιας και τους θεωρούσαν a priori επιρρεπείς στο λάθος Το ταξίδι του Ταφαρέλ στη σκληρή Ιταλία, η συνέχεια που χάραξε ο Ζούλιο Σέζαρ και ο Ντίντα άλλαξαν κάπως τα δεδομένα, χωρίς ωστόσο να διώξουν μια και καλή το στερεότυπο. Παρά τους τίτλους που πήραν, παρά την επιβλητική παρουσία τους για τους συλλόγους που τους έφεραν στην Ευρώπη. Ήταν χαρακτηριστικό πως ακόμα και στην εποχή τους, ο πιο δημοφιλής «άσος» στη χώρα του ήταν ο Ροζέριο Σένι, ο οποίος εκτός από τα ρεφλέξ είχε και φαρμακερό πόδι, σκοράροντας συχνά από στημένα.

Πριν από τέσσερα χρόνια ο Ζέτι, πρώην διεθνής Βραζιλιάνος και αναπληρωματικός τερματοφύλακας της Σελεσάο το 1994, διηγήθηκε στους New York Times το πως ξεκίνησε μια ακαδημία για πορτιέρι, η εξέλιξη της οποίας είναι ενδεικτική. Στην αρχή, το έκανε για να προπονήσει τον γιο του και κάποιους φίλους του. Μετά ήρθαν κι άλλα παιδιά από τη γειτονιά και τον έκαναν να το σκέφτεται πιο σοβαρά, παρότι για εκείνον το να γίνει προπονητής τερματοφυλάκων στη Βραζιλία ήταν εντελώς οξύμωρο, σαν αστείο. Κανείς δεν πίστευε ότι το πλάνο του θα μακροημερεύσει, όμως πλέον, η ακαδημία του μετρά εκατοντάδες παιδιά, δικές της σύγχρονες εγκαταστάσεις και αρκετούς προπονητές. Είναι κι αυτό ένα δείγμα της κατανόησης του πραγματικού ρόλου που έχει ο τερματοφύλακας σε μια ομάδα. Στην εποχή της ποδοσφαιρικής παγκοσμιοποίησης, με την ταχύτητα διάδοσης πληροφοριών και την ευκολία στην ανταλλαγή απόψεων, τακτικών και φιλοσοφιών, η κατεύθυνση αυτή ήταν μονόδρομος. Και φυσικά, η μεγαλύτερη αξία της ικανότητας με την μπάλα στα πόδια για τον άνθρωπο που παραδοσιακά αυτά που μετρούσαν ήταν τα χέρια. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, το πόσο επαρκής είναι ένας τερματοφύλακας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την ομάδα που παίζει και το στιλ της.

Ο ρόλος του τερματοφύλακα τόσο στην ανάπτυξη από πίσω, όσο και στην παραδοσιακή χρησιμότητά του, απασχολούσε από την πρώτη στιγμή τον Γκουαρδιόλα. Μετά την πρώτη του χρονιά στη Σίτι, έβγαλε από τα ταμεία του συλλόγου 35 εκατομμύρια λίρες για να φέρει στο Μάντσεστερ τον Έντερσον, έπειτα από μόλις έναν χρόνο στην Μπενφίκα. Τα όσα είχε δει του αρκούσαν, καθώς το πρόσωπό του είδε τον ιδανικό sweeper-keeper. Ένα παιδί σταθερό κάτω από τα δοκάρια, με την ικανότητα όμως να κινείται στο ύψος της περιοχής και να βγάζει με ακρίβεια τη μπάλα μπροστά. Έπαιξε βασικό ρόλο στο πλάνο του και την πορεία μέχρι το πρωτάθλημα και την κατάρριψη μιας σειράς από ρεκόρ.

Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε φέτος και η Λίβερπουλ, φέρνοντας τον άνθρωπο που άφησε τον πρωταθλητή με τη Σίτι, Έντερσον, στον πάγκο της Εθνικής Βραζιλίας. Η φετινή έκδοση των Reds του Κλοπ μοιάζει ως η πιο πλήρης στην προσπάθεια των τελευταίων χρόνων για επιστροφή στους τίτλους με μια στρατηγική επιθετικού ποδοσφαίρου, άμεσης επανάκτησης, πίεσης και υψηλού ρυθμού. Η αμυντική λειτουργία έμοιαζε μα τον αδύναμο κρίκο και ο «Κλόπο» έδωσε 67 εκατομμύρια λίρες για τον Άλισον, έξι μήνες μετά τα 75 του Φαν Ντάικ. Τον έκανε, έτσι, τον πιο ακριβοπληρωμένο τερματοφύλακα στον κόσμo.

Oι Reds για πρώτη φορά μετά από χρόνια έχουν έναν τερματοφύλακα που είχε δείξει παγκόσμια κλάση, αλλά και ικανότητα στις μεταβιβάσεις. Ο Ταφαρέλ τον είχε αποκαλέσει «Πελέ των τερματοφύλακων». Η Λίβερπουλ έχει την καλύτερη άμυνα σε αυτό το σούπερ ξεκίνημα με 5 νίκες σε ισάριθμα ματς, ενώ στο πρόσωπο του Άλισον έχει βρει μια επιπλέον λύση για πάσα και έναν τερματοφύλακα που μπορεί να βοηθήσει στο γρήγορο τρανζίσιον. Διαβάζει πολύ καλά το πρέσινγκ των αντιπάλων και οι βαθιές μπαλιές του μπορούν να αποτελέσουν βούτυρο στο ψωμί για τους γρήγορους μεσοεπιθετικούς που κινούνται στους χώρους που έχει αφήσει ο αντίπαλος για να πιέσει. Στα… παραδοσιακά του καθήκοντα, πέραν των αντανακλαστικών του που έχουν προλάβει να φανούν σε αρκετές περιπτώσεις, δίνει μια αίσθηση ότι όλα είναι εύκολα κι απλά. Αυτό οφείλεται στον πολύ καλό έλεγχο της περιοχής και της άμυνάς του, αλλά και στις σωστές και γρήγορες αποφάσεις. Κανείς, φυσικά, δεν είναι αλάνθαστος. Όμως μετά τη γκάφα με τη Λέστερ, ο Άλισον επανήλθε στην τεράστια νίκη με την Τότεναμ, δείχνοντας διαφορετική προσέγγιση. Δεν κρατούσε τη μπάλα υπερβολικά, προτιμώντας τις άμεσες απομακρύνσεις προκειμένου να αποφύγει το λάθος και να σπάσει το πρέσινγκ και βοηθώντας τον Κλοπ να αποφύγει τα… εμφράγματα που είχε πει ότι αισθάνεται να έρχονται κάθε φορά που ο άσος του ρισκάρει στην περιοχή.

Κοινό χαρακτηριστικό, για την αφρόκρεμα των δύο Βραζιλιάνων goaleiros είναι ότι πέραν από τα φυσικά τους χαρίσματα και την εξέλιξη στα «παραδοσιακά» στοιχεία που απαιτεί η θέση, είναι εξαιρετικοί με τη μπάλα στα πόδια. Δύο τερματοφύλακες με ένστικτο, κατανόηση και αίσθηση του γηπέδου, εμπιστοσύνη στις μεταβιβάσεις και μια φυσική έλξη προς το όμορφο κοντρόλ, την πάσα ακριβείας, ίσως και το ρίσκο που παίρνει το δεκάρι. Το ρίσκο του πιτσιρικά στην αλάνα, στη σκιά μιας παραγκούπολης. Υποτάσσοντάς το όμως στον επαγγελματισμό και στο υψηλό επίπεδο, στην μεθοδική δουλειά. Ο Άλισον είχε στην Ιντερνασιονάλ προπονητή τερματοφυλάκων τον Αντρέ Ζαρντίμ, ο οποίος είχε μελετήσει πολύ τη Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρδιόλα και είχε αντιληφθεί πόσο σημαντική είναι η ικανότητα του τερματοφύλακα με τα πόδια στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Η πρόσβαση στην πληροφορία και η παγκοσμιοποίηση του ποδοσφαίρου, που λέγαμε πριν.

Είναι δεδομένο ότι σε μια χώρα με την ποδοσφαιρική παραγωγή της Βραζιλίας τερματοφύλακες βγαίνουν και έβγαιναν. Ο αντίκτυπος που έχουν προκαλέσει ο Έντερσον και ο Άλισον στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, αλλά και η αντανάκλασή του στην πατρίδα τους είναι δεδομένο ότι ανεβάζει υψηλότερα στην εκτίμηση του ακροατηρίου την αξία της θέσης. Πλέον, περισσότερα παιδιά θέλουν να γίνουν όπως οι φύλακες-άγγελοι της Σίτι και της Λίβερπουλ. Σε συνδυασμό με την βελτίωση στη μεθοδολογία της προπόνησης, την εστίαση στο natural ταλέντο των παικτών με τη μπάλα και τον ρεαλισμό που φάνηκε στην εποχή Τίτε ότι «προσγειώνει» μια συνηθισμένη στο ελεύθερο και συχνά τακτικά αφελές ποδόσφαιρο χώρα, είναι πολύ πιθανόν στα επόμενα χρόνια οι εξαγωγές τερματοφυλάκων να αυξηθούν. Κυρίως, αν στο Champions League που ξεκινά λάμψουν όπως το κάνουν στην Αγγλία.

Πηγή: gazzetta.gr

localStorage.clear();


Πηγή